Του ανέμου και του ιδρώτα, του χεριού και της γης, του μόχθου και της ευλογίας, το στάχυ. Ο Ιούλιος, ή όπως τον έλεγαν παλιά οι προγιαγιάδες μας, Αλωνάρης, ήταν και παραμένει ο μήνας του θερισμού, της μεγάλης ώρας του σιταριού. Η Χαλκιδική, με τις εύφορες κοιλάδες της και τα απαλά της υψώματα, κουβαλά μια βαθιά παράδοση στην παραγωγή σιτηρών που ξεκινά από την αρχαιότητα και συνεχίζεται, έστω και συρρικνωμένη, ως τις μέρες μας.
Στην αρχαιότητα, η Χαλκιδική αποτελούσε σημαντικό αγροτικό και εμπορικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής της Μακεδονίας. Στην Όλυνθο, την Τορώνη, την Άκανθο και τη Μένδη, ανασκαφικά ευρήματα τεκμηριώνουν την οργανωμένη αποθήκευση δημητριακών, με ευρήματα από πιθάρια, σιτοβολώνες και αλώνια εντός των οικισμών. Ιδιαίτερη σημασία είχε η γεωγραφική θέση της Χαλκιδικής, καθώς τα αρχαία λιμάνια, όπως της Μένδης (σημερινή Καλάνδρα), της Τορώνης, της Ακάνθου (Ιερισσός) και της Σκιώνης, διευκόλυναν την εξαγωγή σιτηρών προς την υπόλοιπη Ελλάδα και τα παράλια της Μικράς Ασίας. Κατά την κλασική περίοδο, κυρίως τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ., τα λιμάνια της Χαλκιδικής εντάσσονταν σε εμπορικά δίκτυα, μέσω των οποίων το σιτάρι των Χαλκιδέων κατέληγε στην Αθήνα, είτε ως φόρος υποτελείας είτε ως εμπόρευμα. Πηγή πλούτου ήταν η γεωργία και το σιτάρι, μαζί με το κρασί και το λάδι, αποτελούσε θεμέλιο του οικονομικού τους ισοζυγίου.
Στην παραδοσιακή αγροτική ζωή της Χαλκιδικής, η περίοδος του θερισμού ήταν ιερή. Με το δρεπάνι στο χέρι, άντρες και γυναίκες ξεκινούσαν από τα χαράματα, τραγουδώντας αργά και ρυθμικά, καθώς έκοβαν το στάχυ και το έδεναν σε δεμάτια. Μετά ακολουθούσε το αλώνισμα, σε χωμάτινες πλατείες, τα αλώνια, όπου με τη βοήθεια ζώων ή ξύλινων πατητηριών, χώριζαν τον καρπό από το άχυρο. Ήταν μια διαδικασία γεμάτη τελετουργία, αγωνία και συλλογικότητα. Σήμερα, όλα αυτά έχουν δώσει τη θέση τους στις θεριζοαλωνιστικές μηχανές, που μέσα σε λίγες ώρες κάνουν ό,τι χρειαζόταν παλιά μια ολόκληρη κοινότητα μέρες να τελειώσει. Ο ρομαντισμός χάθηκε, αλλά η παραγωγή έγινε πιο γρήγορη, αν και όχι πάντα πιο συμφέρουσα.
Στις μέρες μας, η καλλιέργεια σιτηρών στη Χαλκιδική δεν είναι η κυρίαρχη αγροτική δραστηριότητα, αλλά εξακολουθεί να έχει παρουσία. Καλλιεργούνται περίπου 18.000 στρέμματα με μαλακό σιτάρι, σκληρό σιτάρι και κριθάρι, κυρίως στις περιοχές του κάμπου της Τρίγλιας, της Ορμύλιας, της Γαλάτιστας και του Στρατωνίου. Σε σύγκριση με άλλους νομούς όπως οι Σέρρες, με πάνω από 250.000 στρέμματα, ή η Θεσσαλονίκη και η Δράμα, η Χαλκιδική υστερεί ποσοτικά, αλλά όχι ποιοτικά. Η εγγύτητα στη θάλασσα και το μικροκλίμα πολλών περιοχών χαρίζουν στα προϊόντα εξαιρετικά χαρακτηριστικά, που αναγνωρίζονται στην τοπική αγορά. Η αύξηση του κόστους παραγωγής, η μείωση των ενισχύσεων και η κλιματική αστάθεια καθιστούν τη σιτοπαραγωγή έναν αγώνα καθημερινής επιβίωσης. Παρόλα αυτά, κάποιοι παραγωγοί επιμένουν, κρατώντας ζωντανή μια παράδοση αιώνων.

Από το πρώτο πρωινό του εργάτη στο χωράφι μέχρι την κυριακάτικη λειτουργία, το σιτάρι έθρεψε γενιές και γενιές. Το ψωμί, η πίτα, το τραχανόψωμο, το σιτάρι των μνημοσύνων, ακόμα και τα κουλούρια του γάμου, είναι όλα εκφάνσεις της βαθιάς σχέσης του ανθρώπου με το στάχυ. Οι λαϊκές παραδόσεις της Χαλκιδικής γιορτάζουν τον θερισμό με τραγούδια, παραμύθια και ρητά. «Όποιος σπέρνει θερίζει» ή «το ψωμί δεν είναι δεδομένο, είναι ευλογία».
Ο Ιούλιος, λοιπόν, δεν είναι απλώς ο μήνας του ήλιου και της θάλασσας. Είναι ο μήνας της καρποφορίας, του ιδρώτα, της ανταμοιβής. Είναι ο Αλωνάρης, κι όσο ακόμα σπέρνεται στάχυ και ψήνεται καρβέλι, κρατάμε ζωντανή τη μνήμη, την αυτάρκεια, τη γεύση της πατρίδας μας.
της Σουζάνας Καζάκα