Έντονη ανησυχία εκφράστηκε από επιστήμονες και περιβαλλοντικές οργανώσεις σχετικά με τη σχεδιαζόμενη κατασκευή πλωτής δεξαμενής αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και μονάδας επαναεριοποίησης στον Θερμαϊκό κόλπο, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε με τίτλο «Κλιματική κρίση και ορυκτό αέριο vs επενδύσεις για ένα βιώσιμο μέλλον στη Θεσσαλονίκη».
Χαμηλή ενημέρωση – αυξανόμενη αντίθεση
Σύμφωνα με έρευνα της Greenpeace, την οποία παρουσίασε ο υπεύθυνος εκστρατείας για το κλίμα και την ενέργεια του ελληνικού γραφείου της οργάνωσης, Κώστας Καλούδης, μόλις το 19% των πολιτών της Θεσσαλονίκης γνωρίζει για τα σχέδια δημιουργίας της πλωτής δεξαμενής, ενώ ένα 28% το έχει απλώς «ακούσει». Όπως τόνισε:
«Όσο πιο ενημερωμένοι είναι οι πολίτες, τόσο περισσότερο αντιτίθενται στη δημιουργία εγκαταστάσεων LNG. Το LNG είναι ένα εξαιρετικά ρυπογόνο καύσιμο – ενδεχομένως πιο επιβαρυντικό ακόμα και από τον άνθρακα».
Ο κ. Καλούδης σημείωσε πως οι μονάδες LNG δεν εξυπηρετούν τις εγχώριες ενεργειακές ανάγκες, αλλά στοχεύουν σε εξαγωγικούς σκοπούς, γεγονός που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη διεθνή απαίτηση για μείωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων.
Κίνδυνος ατυχήματος και υποβάθμισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος
Ανησυχητικές διαστάσεις παρουσίασε και ο Δρ. Περιβαλλοντολόγος Κώστας Νικολάου, επισημαίνοντας την εγγύτητα της εγκατάστασης (σε απόσταση 3 χλμ. από την παραλία της Θεσσαλονίκης) και τον κίνδυνο διαρροής μεθανίου, ενός εξαιρετικά ισχυρού αερίου του θερμοκηπίου:
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι θα χρησιμοποιείται θαλασσινό νερό για την επαναεριοποίηση, το οποίο στη συνέχεια θα επιστρέφεται στη θάλασσα σε παγωμένη μορφή, προκαλώντας σοβαρές περιβαλλοντικές συνέπειες στην τοπική οικολογία.
Ζητούμενο ένα βιώσιμο ενεργειακό μέλλον
Η εκδήλωση, που διοργανώθηκε από το ελληνικό γραφείο της Greenpeace και το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ – Γραφείο Θεσσαλονίκης, ανέδειξε την ανάγκη για εναλλακτικές επενδύσεις, που να προάγουν την ενεργειακή αυτάρκεια και την κλιματική δικαιοσύνη, μακριά από εξαρτήσεις από ορυκτά καύσιμα.
Η συζήτηση επανέφερε στο προσκήνιο το αίτημα για διαφάνεια, τοπική διαβούλευση και σοβαρή περιβαλλοντική εκτίμηση πριν τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων που αφορούν το μέλλον της Θεσσαλονίκης και του Θερμαϊκού.