Νέα επιστημονική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό JAMA, προειδοποιεί ότι τα παιδιά που εμφανίζουν εθιστική σχέση με την τεχνολογία – κινητά τηλέφωνα, βιντεοπαιχνίδια και μέσα κοινωνικής δικτύωσης – αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αυτοκαταστροφικών και αυτοκτονικών σκέψεων.

Η έρευνα αναδεικνύει ότι ο εθισμός και όχι ο χρόνος μπροστά στην οθόνη αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα για την επιδείνωση της ψυχικής υγείας. Παιδιά που, ήδη από την ηλικία των 10 ετών, ανέφεραν δυσκολία απομάκρυνσης από τις οθόνες ή ανάγκη συνεχούς χρήσης, παρουσίασαν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονικών τάσεων μέχρι την ηλικία των 14 ετών.

Συγκεκριμένα, τα παιδιά με έντονη ή αυξανόμενη εθιστική χρήση τεχνολογίας είχαν δύο έως και τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν αυτοκτονικές σκέψεις ή συμπεριφορές, σε σύγκριση με συνομηλίκους τους χωρίς εθιστικά χαρακτηριστικά.

Η επικεφαλής της μελέτης, Δρ. Yunyu Xiao, καθηγήτρια ψυχιατρικής στο Weill Cornell Medical College, υπογράμμισε πως πρόκειται για την πρώτη έρευνα που εντοπίζει την εθιστική χρήση ως το βασικό πρόβλημα – και όχι απλώς τον χρόνο που περνάει ένα παιδί μπροστά στην οθόνη.

«Η έμφαση πρέπει να δίνεται στην παθολογική σχέση με την τεχνολογία, όχι στην ποσοτική χρήση», σημείωσε. Η ειδικός επισήμανε επίσης ότι οι προσπάθειες περιορισμού της τεχνολογίας, χωρίς επαγγελματική παρέμβαση, μπορεί να οδηγήσουν σε οικογενειακές συγκρούσεις, επιδεινώνοντας την κατάσταση.

Η μελέτη σε αριθμούς

Η έρευνα βασίστηκε σε δεδομένα από 4.285 παιδιά ηλικίας 10 ετών, τα οποία παρακολουθήθηκαν μέχρι τα 14. Οι ερευνητές κατέγραψαν αυτοκτονική συμπεριφορά στο 5,1% των παιδιών και αυτοκτονικές σκέψεις στο 17,9%. Εντυπωσιακό είναι πως η υψηλή ή αυξανόμενη εθιστική χρήση από την ηλικία των 11 ετών φάνηκε να είναι προγνωστικός δείκτης κινδύνου.

Αν και η έρευνα δεν αποδεικνύει άμεση αιτιότητα, καταγράφει ξεκάθαρα ότι τα ψυχικά προβλήματα ακολουθούν μια πορεία προηγούμενης εθιστικής σχέσης με τις οθόνες.

Η μελέτη καλεί σε πολιτική δράση και μετατοπίζει μέρος της ευθύνης στις τεχνολογικές εταιρείες, οι οποίες σχεδιάζουν προϊόντα και πλατφόρμες με εθιστικά χαρακτηριστικά, χωρίς ηλικιακούς περιορισμούς. Ο επικεφαλής επιστήμονας της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, Mitch Prinstein, δήλωσε πως είναι απαραίτητος ένας «σχεδιασμός κατάλληλος για ανήλικους», ανάλογος με τον «Κώδικα για την Ηλικιακά Κατάλληλη Σχεδίαση» που έχει ήδη υιοθετήσει το Ηνωμένο Βασίλειο από το 2020.

Η έρευνα καταγράφει επίσης ότι παιδιά από μονογονεϊκές οικογένειες, νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος ή χαμηλότερης μόρφωσης εμφανίζουν αυξημένα ποσοστά εθιστικής χρήσης. Για πολλές από αυτές τις οικογένειες, οι «έξυπνες» συσκευές αποτελούν μέσο απασχόλησης των παιδιών μέσα σε δύσκολες καθημερινές συνθήκες.

Η συζήτηση για τον χρόνο οθόνης δεν είναι αρκετή

Παρά τις ανησυχίες, πολλοί ειδικοί τονίζουν ότι η ποσότητα του χρόνου δεν είναι το μόνο μέτρο. Η καθηγήτρια Candice L. Odgers υποστηρίζει ότι οι έρευνες πρέπει να εστιάσουν στο πώς και γιατί χρησιμοποιούν τα παιδιά την τεχνολογία, όχι απλώς στο πόσες ώρες. Παρομοίως, ο παιδίατρος Jason Nagata διαπιστώνει μεν μια σύνδεση χρόνου και ψυχικής επιβάρυνσης, όμως αναγνωρίζει ότι η συστηματική παρακολούθηση εθιστικής συμπεριφοράς έχει μεγαλύτερη αξία.

Η ψυχολόγος Jean Twenge συνιστά στους γονείς να καθυστερούν την έκθεση των παιδιών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέχρι την ηλικία των 15 ετών και να αποφεύγουν τη χορήγηση smartphones με πλήρη πρόσβαση στο διαδίκτυο από μικρή ηλικία.

Ο εθισμός στην τεχνολογία δεν είναι μόνο θέμα πειθαρχίας ή οικογενειακής οργάνωσης. Είναι ένα ζήτημα δημόσιας υγείας, με κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις. Η έγκαιρη παρέμβαση, η στοχευμένη θεραπεία και η ευθύνη των ψηφιακών πλατφορμών είναι τα απαραίτητα επόμενα βήματα, προκειμένου να προστατευθεί η ψυχική υγεία των νέων.