Γράφει η Σουζάνα Καζάκα
Τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛΤΑ Α.Ε.) διοικούνται σήμερα ως ανώνυμη εταιρεία του δημόσιου τομέα, η οποία υπάγεται εξ ολοκλήρου στο Υπερταμείο (Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας – ΕΕΣΥΠ). Από το 2020, το Υπερταμείο κατέχει το 100% των μετοχών και καθορίζει τη στρατηγική, ενώ η καθημερινή διοίκηση ασκείται από το Διοικητικό Συμβούλιο των ΕΛΤΑ. Παρά τον εταιρικό της χαρακτήρα, η εταιρεία παραμένει φορέας παροχής Καθολικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με τον Νόμο 4053/2012 και την Οδηγία 2008/6/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό σημαίνει ότι έχει νομική υποχρέωση να διασφαλίζει την ταχυδρομική εξυπηρέτηση όλων των πολιτών, ακόμη και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.
Στο πλαίσιο αυτό, η διοίκηση των ΕΛΤΑ έχει το δικαίωμα, χωρίς ψήφιση νέου νόμου, να προχωρά σε αναστολές λειτουργίας ή συγχωνεύσεις καταστημάτων, ως επιχειρησιακή απόφαση. Ωστόσο, η δυνατότητα αυτή δεν είναι απεριόριστη. Κάθε τέτοια απόφαση οφείλει να μην παραβιάζει τις υποχρεώσεις της Καθολικής Υπηρεσίας, δηλαδή να διατηρεί επαρκή αριθμό σημείων πρόσβασης, να εξασφαλίζει την καθημερινή διανομή και να τηρεί τα ποιοτικά στάνταρ που θέτει η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ). Η ΕΕΤΤ έχει δικαίωμα να ελέγξει και να παρέμβει, εάν κρίνει ότι οι αποφάσεις της διοίκησης οδηγούν σε άνιση μεταχείριση των πολιτών ή σε περιοχές χωρίς πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες.
Η πρόσφατη αναστολή λειτουργίας 204 καταστημάτων σε όλη τη χώρα, χωρίς προηγούμενη κοινοβουλευτική συζήτηση, είναι αποτέλεσμα τέτοιας διοικητικής παρέμβασης και εντάσσεται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης του δικτύου που εφαρμόζει το Υπερταμείο έως το 2027. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα πρόγραμμα συρρίκνωσης φυσικών σημείων παρουσίας, με στόχο τη μείωση του κόστους λειτουργίας.
Ωστόσο, αυτή η πολιτική συρρίκνωσης έχει βαρύ αντίκτυπο στην ελληνική περιφέρεια. Τα ΕΛΤΑ δεν είναι απλώς ένα δίκτυο μεταφοράς αλληλογραφίας. Σε δεκάδες χωριά, νησιά και ορεινούς οικισμούς, αποτελούν το μοναδικό σημείο επαφής του πολίτη με το κράτος, χώρο πληρωμών συντάξεων, λογαριασμών και οικονομικών συναλλαγών για ηλικιωμένους και αγρότες που δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζικά υποκαταστήματα. Η αποδυνάμωση αυτού του δικτύου οδηγεί σε ψηφιακό και κοινωνικό αποκλεισμό, υπονομεύοντας την αρχή της ισότητας πρόσβασης στις δημόσιες υπηρεσίες.
Αυτό έρχεται σε άμεση αντίθεση με τις κυβερνητικές εξαγγελίες για αποκέντρωση και ενίσχυση της περιφέρειας. Την ίδια στιγμή που προβάλλεται η ανάγκη στήριξης των τοπικών κοινωνιών, επιχειρείται η αποψίλωση βασικών υποδομών που κρατούν αυτές τις κοινωνίες ζωντανές. Στην πράξη, η λεγόμενη «εξορθολογισμένη λειτουργία» των ΕΛΤΑ μεταφράζεται σε υποχώρηση του κράτους από την περιφέρεια, αφήνοντας πίσω ηλικιωμένους, επαγγελματίες και κατοίκους μικρών οικισμών χωρίς ουσιαστική εξυπηρέτηση.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ελλάδα δεσμεύεται από το κανονιστικό πλαίσιο της Οδηγίας 97/67/ΕΚ, που επιβάλλει σε κάθε κράτος μέλος να εξασφαλίζει Καθολική Ταχυδρομική Υπηρεσία τουλάχιστον πέντε ημέρες την εβδομάδα και να διατηρεί επαρκή αριθμό σημείων πρόσβασης, ώστε όλοι οι πολίτες να έχουν ίση δυνατότητα εξυπηρέτησης. Ο ελληνικός Νόμος 4053/2012, που ενσωματώνει την ευρωπαϊκή οδηγία, προβλέπει επίσης κυρώσεις σε περίπτωση που παραβιάζονται αυτές οι προδιαγραφές. Επομένως, μαζικά λουκέτα που αφήνουν ολόκληρες περιοχές χωρίς ταχυδρομική κάλυψη μπορούν να θεωρηθούν παράβαση του ευρωπαϊκού δικαίου, προκαλώντας παρέμβαση της ΕΕΤΤ ή ακόμη και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η σημερινή πραγματικότητα δείχνει ότι η διοίκηση των ΕΛΤΑ κινείται στα όρια του νόμου, χρησιμοποιώντας τα περιθώρια που της δίνει η μορφή της ανώνυμης εταιρείας, χωρίς όμως να λογοδοτεί πολιτικά για τις κοινωνικές συνέπειες. Αν η χώρα επιδιώκει πραγματικά μια ισχυρή και βιώσιμη περιφέρεια, δεν μπορεί να στηρίζεται σε πολιτικές που εξαλείφουν τα σημεία επαφής του πολίτη με το κράτος.
Η συρρίκνωση των ΕΛΤΑ δεν είναι απλώς μια επιχειρησιακή αναδιοργάνωση. Είναι πολιτική πράξη με κοινωνικό αποτύπωμα. Και όσο αυτή η πράξη δεν συνοδεύεται από εναλλακτικές λύσεις όπως κινητές μονάδες, συνεργασίες με ΚΕΠ και ψηφιακή υποστήριξη για ευάλωτους, τότε θα αποτελεί μια ήσυχη μορφή εγκατάλειψης της ελληνικής περιφέρειας.
Η κυβέρνηση οφείλει να απαντήσει ξεκάθαρα πώς η πολιτική της εξοικονόμησης υπηρετεί το αφήγημα της ενδυνάμωσης της περιφέρειας. Γιατί αποκέντρωση δεν σημαίνει να μεταφέρεις τις ευθύνες στους πολίτες, αλλά να διασφαλίζεις ότι κανείς δεν μένει εκτός του χάρτη της εξυπηρέτησης και της αξιοπρέπειας.

