
Η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στην αγορά εργασίας, καθώς εκτιμάται ότι έως το 2035 θα χρειαστούν πάνω από 2 εκατομμύρια εργαζόμενοι. Η ανάγκη αυτή προκύπτει τόσο από μαζικές συνταξιοδοτήσεις όσο και από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, σύμφωνα με μελέτη του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop).
Ο γενικός διευθυντής Εργασιακών Σχέσεων του υπουργείου Εργασίας, Κωνσταντίνος Αγραπιδάς, υπογραμμίζει ότι η κάλυψη των κενών θέσεων είναι κρίσιμη για την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και την ενίσχυση του ΑΕΠ. Προτείνει στρατηγικές λύσεις όπως η ενσωμάτωση νέων, γυναικών, μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων, η προσέλκυση εξειδικευμένων Ελλήνων από το εξωτερικό και η μετάκληση εργαζομένων από τρίτες χώρες. Σύμφωνα με εμπειρικές αναλύσεις, τέτοιες πολιτικές θα μπορούσαν να καλύψουν τουλάχιστον 100.000 θέσεις και να αυξήσουν το ΑΕΠ κατά 1%.
Η κάλυψη θέσεων υψηλής εξειδίκευσης – εκτιμώμενη σε περίπου 646.000 – υπόσχεται υψηλές αποδοχές, προοπτικές καριέρας και ενίσχυση της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας της οικονομίας. Οι τομείς με τη μεγαλύτερη ανάγκη προσωπικού περιλαμβάνουν υπηρεσίες υγείας και φροντίδας, εκπαίδευση, ψηφιακές και τεχνικές ειδικότητες, με επαγγέλματα όπως αναλυτές δεδομένων, μηχανικοί δικτύων, τεχνικοί αυτοματισμών και επαγγελματίες STEM να καθίστανται κρίσιμα για την επόμενη δεκαετία.
Η δημογραφική γήρανση και η έλλειψη δεξιοτήτων αποτελούν διαρθρωτικά προβλήματα που απειλούν την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Οι στοχευμένες πολιτικές μπορούν όχι μόνο να καλύψουν τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, αλλά και να δημιουργήσουν πολλαπλασιαστικά οφέλη για το ΑΕΠ και το ασφαλιστικό σύστημα, ενισχύοντας την οικονομική αναγέννηση της Ελλάδας έως το 2035.
Πηγή: Protagon.gr