Η Καλόλιμνος, ένα μικρό νησί της Προποντίδας απέναντι από τα Μουδανιά, μπορεί σήμερα να ακούγεται σαν μια μακρινή ανάμνηση. Ωστόσο, για τους απογόνους των Καλολιμνιωτών που εγκαταστάθηκαν στα Νέα Μουδανιά μετά το 1922, παραμένει ένας τόπος ιερός, γεμάτος ιστορίες, θρύλους και μνήμες. Ήταν ένας τόπος ελληνικός και ορθόδοξος, που έδωσε στον κόσμο ανθρώπους εργατικούς, φιλοπρόοδους και βαθιά πιστούς. Και πάνω απ’ όλα, ήταν το νησί που φύλαξε τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Κορυφινής, της προστάτιδας που ακολουθεί τους απογόνους της μέχρι σήμερα.
Η γεωγραφία ενός μικρού παραδείσου
Η Καλόλιμνος απλωνόταν μέσα στα γαλανά νερά της Προποντίδας, ανάμεσα σε φυσικούς όρμους και λόφους. Τα δύο λιμάνια της, το Μεγάλο και το Μικρό, πρόσφεραν ασφαλή αγκυροβόλια στους ναυτικούς. Σεισμογενής περιοχή, γνώρισε δοκιμασίες, μα πάντοτε οι κάτοικοί της ξαναέχτιζαν τον τόπο τους με υπομονή και επιμονή.
Το χωριό, κτισμένο σε φυσικό ορμίσκο, είχε περίπου 200 σπίτια, όλα ελληνικά. Πέτρινα, χαμηλά, με αυλές γεμάτες κλήματα και λεμονιές, φιλοξενούσαν οικογένειες πολυμελείς που ζούσαν σε στενή γειτνίαση. Η φύση του νησιού ήταν πλούσια: εύφορα χωράφια, βοσκοτόπια, αμπέλια και ελιές έδιναν ζωή σε μια κοινωνία αυτάρκη και δυναμική.
Οι άνθρωποι της Καλόλιμνου
Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο πληθυσμός της Καλόλιμνου ξεπερνούσε τους 3.000 κατοίκους. Το 1896 καταγράφονται 3.679 άτομα, το 1913 φτάνουν τους 3.190 και το 1920 αριθμούν 2.855. Όλοι ήταν Έλληνες Ορθόδοξοι. Οι Καλολιμνιώτες ήταν κυρίως γεωργοί και ψαράδες. Καλλιεργούσαν σιτηρά, αμπέλια, κηπευτικά (διάσημα τα κρεμμύδια της) και διατηρούσαν κοπάδια. Η αλιεία συμπλήρωνε το τραπέζι και το εμπόριο με τα γύρω νησιά έδινε έσοδα.
Παρά τον μόχθο, η κοινωνία τους χαρακτηριζόταν από προκοπή και φιλομάθεια. Στο νησί λειτούργησαν σχολεία και δάσκαλοι, ενώ πολλοί νέοι σπούδαζαν σε μεγαλύτερα κέντρα για να επιστρέψουν και να προσφέρουν. Η εκπαίδευση αποτελούσε στόχο και καμάρι. Δεν είναι τυχαίο ότι περιηγητές της εποχής περιγράφουν τους Καλολιμνιώτες ως ανθρώπους ευγενικούς, φιλόξενους και ανήσυχους για μάθηση.
Οικισμός και καθημερινή ζωή
Η Καλόλιμνος, αν και μικρό νησί, έσφυζε από ζωή. Τα σπίτια ήταν χτισμένα κοντά το ένα στο άλλο, σχηματίζοντας γειτονιές που λειτουργούσαν σαν μεγάλες οικογένειες. Στις αυλές γίνονταν οι γιορτές, οι συγκεντρώσεις, οι χοροί. Η κοινωνική ζωή ήταν δεμένη με την εκκλησία και το πανηγύρι.
Η οικονομία στηριζόταν στην αυτάρκεια: σιτάρι, κρασί, λάδι, γάλα, κρέας και ψάρια κάλυπταν τις ανάγκες των κατοίκων. Παράλληλα, το νησί είχε εμπορικές σχέσεις με τα γειτονικά Μουδανιά και άλλες περιοχές της Προποντίδας. Σημαντικό μέρος του πληθυσμού μετανάστευσε προς Αίγυπτο, Αμερική και άλλες χώρες, χωρίς όμως να χάσει τον δεσμό με την πατρίδα.
Εκκλησίες και μοναστήρια
Η Καλόλιμνος υπήρξε τόπος βαθιάς πίστης. Στο νησί υπήρχαν πολλές εκκλησίες και μοναστήρια: η Αγία Κυριακή, ο Άγιος Γεώργιος, ο Άγιος Ιωάννης, η Αγία Παρασκευή, ο Άγιος Παντελεήμων. Κάθε μία από αυτές είχε τον ρόλο της στην πνευματική ζωή των κατοίκων. Όμως, η Παναγία Κορυφινή δέσποζε πάνω από όλες.
Η θαυματουργή Παναγία Κορυφινή
Η ιστορία της Παναγίας Κορυφινής είναι γεμάτη μυστήριο και συγκίνηση. Σύμφωνα με την παράδοση, καπετάνιος που περνούσε κοντά στο νησί είδε φως να βγαίνει από την κορυφή του βουνού. Ανέβηκε και βρήκε μέσα σε μια σπηλιά την εικόνα της Παναγίας να λάμπει. Την κατέβασε στο χωριό, μα η εικόνα θαυματουργά ξαναγύριζε στη σπηλιά. Τρεις φορές επαναλήφθηκε το ίδιο, ώσπου οι κάτοικοι κατάλαβαν πως η Παναγία ήθελε να μείνει στην κορυφή. Εκεί έχτισαν εκκλησάκι και αργότερα μοναστήρι.
Το καντήλι της Παναγίας έκαιγε νύχτα-μέρα και φαινόταν από τη θάλασσα, σαν φάρος που οδηγούσε τους ναυτικούς. Λέγεται πως ακόμη και Τούρκοι ναυτικοί σέβονταν την Παναγία της Κορυφής, αφιερώνοντας τάματα για να σωθούν από φουρτούνες. Κάθε χρόνο, στις 8 Σεπτεμβρίου, η Καλόλιμνος γιόρταζε με πανηγύρι που συγκέντρωνε πλήθη πιστών.
Ο ξεριζωμός του 1922
Το 1922, η Μικρασιατική Καταστροφή σφράγισε τη μοίρα του νησιού. Οι Καλολιμνιώτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους. Δεν έφυγαν όμως με άδεια χέρια. Έσωσαν την εικόνα της Παναγίας Κορυφινής. Μια γυναίκα, η Αμαλία Κουβράκη, τύλιξε την εικόνα σε κουρελού και την παρουσίασε ως καθρέφτη για να τη γλιτώσει από τους ελέγχους. Έτσι, το ιερό κειμήλιο ταξίδεψε μαζί με τους πρόσφυγες.
Η εικόνα έμεινε προσωρινά στη Λήμνο και το 1929 μεταφέρθηκε στα Νέα Μουδανιά, τη νέα πατρίδα των Καλολιμνιωτών. Εκεί φυλάχθηκε αρχικά σε σπίτια και κατόπιν σε μικρό εκκλησάκι που χτίστηκε στον λόφο.
Από την Καλόλιμνο στα Νέα Μουδανιά
Οι Καλολιμνιώτες έφεραν μαζί τους την πίστη, τα έθιμα και την παράδοσή τους. Στα Νέα Μουδανιά, η Παναγία Κορυφινή έγινε η πολιούχος. Κάθε χρόνο, στις 8 Σεπτεμβρίου, αναβίωναν τις γιορτές της παλιάς πατρίδας. Γυναίκες κρατούσαν την εικόνα στην αγκαλιά τους με δάκρυα συγκίνησης, συνεχίζοντας ένα έθιμο αιώνων.
Το 1975 χτίστηκε ο μεγάλος ναός που δεσπόζει μέχρι σήμερα στην κορυφή της πόλης. Ο περικαλλής ναός είναι σημείο αναφοράς για τα Μουδανιά και σύμβολο πίστης για όλη τη Χαλκιδική. Τον τελευταίο χρόνο μάλιστα έχουν γίνει εργασίες αναστήλωσης, ώστε να συνεχίσει να στέκεται περήφανα, στέλνοντας το μήνυμα της Παναγίας, προστάτιδας των Νέων Μουδανιών.Η μνήμη που δεν σβήνει
Η Καλόλιμνος μπορεί να έμεινε πίσω, αλλά δεν ξεχάστηκε. Στις αφηγήσεις των παππούδων, στα τραγούδια, στα έθιμα και πάνω απ’ όλα στη γιορτή της Παναγίας Κορυφινής, η μνήμη του νησιού ζει. Οι Καλολιμνιώτες έμαθαν να ζουν μακριά από τον τόπο τους, αλλά ποτέ δεν τον αποχωρίστηκαν πραγματικά.

Για τους απογόνους τους, η Καλόλιμνος είναι κάτι περισσότερο από μια χαμένη πατρίδα: είναι σύμβολο της αντοχής, της πίστης και της συνέχειας του ελληνισμού. Είναι το νησί που γέννησε την Παναγία Κορυφινή, την προστάτιδα που τους ακολουθεί μέχρι σήμερα.
Πηγή: Αρχειακό υλικό και ιστορικές καταγραφές για την Καλόλιμνο και την Παναγία Κορυφινή