Πολλά μπορεί να σημειώσει κανείς διαβάζοντας το βιβλίο της γνωστής ιστορικού
Μαρίας Ευθυμίου ΡΙΖΕΣ ΚΑΙ ΘΕΜΕΛΙΑ. Μιλώντας για τη «ναυτοσύνη», όπως
ονομάζει την επί αιώνες χρήση της θάλασσας από τους ‘Έλληνες ως μέσο
εξάπλωσης ανά την Μεσόγειο και τον Εύξεινο και απαντώντας σε ερώτηση του
γνωστού δημοσιογράφου Μάκη Προβατά, αν οι Έλληνες «βγήκαν» και έξω από τις
θάλασσες αυτές, απαντά:
«Οι αρχαίοι Έλληνες υπήρξαν και πρωτοπόροι εξερευνητές. Στον 7 ο π. Χ. αιώνα,
γνωρίζουμε πως ο Κωλαίος ο Σάμιος πέρασε με το πλοίο του το Γιβλαρτάρ – τις
Ηράκλειες Στήλες των αρχαίων Ελλήνων – και είδε μπροστά του τον Ατλαντικό
ωκεανό και τη διαμόρφωση των ακτών ένθεν και ένθεν των στενών. Λίγο αργότερα,
στον 5 ο π. Χ. αιώνα, ένας ναυτικός από τη Μασσαλία, ο Ευθυμένης ο Μασσαλιώτης,
πέρασε το Γιβλαρτάρ και ακτοπλόησε στα παράλια της βορειοδυτικής Αφρικής
φτάνοντας στις εκβολές ενός μεγάλου ποταμού που, από τις περιγραφές του,
εικάζεται ότι ήταν ο Νίγηρας.
Από την ίδια πόλη ξεκίνησε, εξ άλλου, τον 4 ο π. Χ. αιώνα και ο θαλασσοπόρος και
γεωγράφος Πυθέας ο Μασσαλιώτης. Αυτός εγκατέλειψε την πατρίδα του
Μασσαλία, την ελληνική αποικία των Φωκαέων στον νότο της σημερινής Γαλλίας,
και, αφού διέσχισε τις Πύλες του Ηρακλέους, ακτοπλόησε στις σημερινές ακτές της
Πορτογαλίας, της Γαλλίας, της Βρετανίας, φτάνοντας στα νησιά Εβρίδες και, κατά
πάσαν πιθανότητα στα νησιά Φερόες και την Ισλανδία.
Επιστρέφοντας περιέγραψεστους έκθαμβους συμπατριώτες του τους τόπους αυτούς, καθώς και τα φαινόμενα των παγωμένων τμημάτων τους , όπως, παραδείγματος χάριν, το γεγονός ότι δεν είχαν νύχτα παρά συνεχή ημέρα – μια και είχε βρεθεί, ως φαίνεται, εκεί κατά τους
θερινούς μήνες, οπότε το εν λόγω φαινόμενο παρουσιάζεται στις περιοχές του
γεωγραφικού αυτού ύψους. Καταπλήσσει δε, επιπλέον, το γεγονός ότι ο ικανότατος
αυτός θαλασσοπόρος υπολόγισε, κατά μεγάλη προσέγγιση, την περίμετρο της
Μεγάλης Βρετανίας.
Εντυπωσιακή είναι, επίσης η περίπτωση του Ίππαλου, που έζησε και έδρασε τον
1 ο αι. π. Χ.. Έμπειρος ναυτικός, θαλασσοπόρος, εξερευνητής, γεωγράφος και
μετεωρολόγος, ο Ίππαλος βρέθηκε στις περιοχές της Ερυθράς Θάλασσας, του
Περσικού Κόλπου και του Ινδικού Ωεανού. Στα ταξίδια του στην ευρύτερη περιοχή,
παρατήρησε ότι η θαλασσινή προσέγγιση της Ινδίας από την Αραβική Χερσόνησο
και την Ερυθρά Θάλασσα γινόταν ακτοπλοώντας, πράγμα που έκανε τους ναυτικούς
να χάνουν κόπο, χρόνο και χρήμα.. Παρατήρησε, επίσης, ότι η ναυτιλία στην
περιοχή επηρεαζόταν πολύ από τους εποχικούς ανέμους του Ινδικού Ωκεανού, τους
μουσώνες, Αποφάσισε, λοιπόν, να αφοσιωθεί στη μελέτη των μουσώνων σε σχέση με τη ναυτιλία και την κίνηση των πλοίων. Και το έκανε με τέτοια επιτυχία, ώστε οι
άνεμοι αυτοί, για αιώνες, ονομάζονταν «ιππάλιοι άνεμοι».
Με βάση τη γνώση που απέκτησε σε σχέση με την εποχή, τα ρεύματα και τους
μουσώνες, θεωρούνταν στην αρχαιότητα βέβαιο ότι αυτός ήταν ο πρώτος που
έφτασε στην Ινδία διασχίζοντας εγκάρσια τον Ινδικό Ωκεανό, αντί να κινηθεί
ακτοπλοώντας όπως συνέβαινε μέχρι τότε. Εξού και το τμήμα του Ινδικού Ωκεανού
μεταξύ της Ερυθράς Θάλασσας και Ινδίας ονομαζόταν για αιώνες «Ιππάλιο
Πέλαγος». Για να συμπληρώσει μάλιστα το έργο του, ο Ίππαλος συνέθεσε χάρτη της
Ερυθράςς Θάλασσας με όλα τα λιμάνια και τα ναυτικού ενδιαφέροντος σημεία της
περιοχής.
Ένας εντυπωσιακών ικανοτήτων Έλληνας ναυτικός της αρχαιότητας. (σ. 66-68)