Την Παρασκευή 6 Ιουνίου 2025 θα συνεδριάσει η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε πιλοτική δίκη με αντικείμενο τη συνταγματικότητα της κατάργησης του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους. Η απόφαση που θα εκδοθεί εκτιμάται ότι θα καθορίσει τη δυνατότητα μελλοντικών διεκδικήσεων και θα αποτελέσει νομολογιακό προηγούμενο, με άμεσο αντίκτυπο και στις εκκρεμείς υποθέσεις συνταξιούχων.
Η υπόθεση συζητείται ύστερα από αίτημα της ΑΔΕΔΥ, το οποίο έγινε δεκτό από το ΣτΕ στις 17 Ιανουαρίου 2025. Έκτοτε έχει ανασταλεί η πρόοδος όλων των σχετικών δικών έως την έκδοση της απόφασης. Σε περίπτωση που το ανώτατο δικαστήριο κρίνει αντισυνταγματική την περικοπή των δώρων, η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να συμμορφωθεί — είτε επαναφέροντάς τα στο ύψος των 1.000 ευρώ ετησίως (500 Χριστουγέννων, 250 Πάσχα, 250 άδειας), είτε καθορίζοντας νέο ύψος.
Η κυβέρνηση πάντως έχει διαμηνύσει ότι δεν υπάρχουν δημοσιονομικά περιθώρια για νέες παροχές, ενώ και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, έχει προειδοποιήσει ότι η επιστροφή των επιδομάτων θα στερούσε πόρους από πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η επαναφορά των δύο μισθών στο Δημόσιο θα κοστίσει στον προϋπολογισμό περίπου 3 δισ. ευρώ ετησίως.
Ο εργατολόγος Διονύσης Ρίζος επισημαίνει πως η απόφαση του ΣτΕ ενδέχεται να επηρεάσει όχι μόνο τους δημοσίους υπαλλήλους, αλλά και μελλοντικές διεκδικήσεις από συνταξιούχους, εφόσον κριθεί ότι οι συνθήκες έχουν αλλάξει από την προηγούμενη κρίση του 2019. «Το ΣτΕ τότε απέρριψε την επαναφορά λόγω των συνθηκών. Σήμερα όμως το ζητούμενο είναι αν η οικονομία έχει επανέλθει επαρκώς ώστε να δικαιολογήσει αλλαγή πλεύσης», δήλωσε.
Από την πλευρά της, η ΑΔΕΔΥ υποστηρίζει πως η οικονομία έχει σταθεροποιηθεί και η χώρα καταγράφει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ζητώντας επιστροφή στο μισθολογικό καθεστώς προ μνημονίων. Στο πλαίσιο αυτό έχει εξαγγείλει στάση εργασίας στο Δημόσιο (έως τις 11 π.μ.) την Παρασκευή και συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το ΣτΕ.