Σε μια συμφωνία που χαρακτηρίζεται ως «ορόσημο» για τη στρατηγική συνεργασία Ουκρανίας και Ηνωμένων Πολιτειών, οι δύο χώρες προχώρησαν στη σύσταση ενός κοινού επενδυτικού ταμείου, με στόχο την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας και την ενίσχυση της οικονομικής της ανθεκτικότητας. Όπως δήλωσε ο Ουκρανός αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Αντρέι Σιμπίχα, η συμφωνία συνιστά «κρίσιμο βήμα για την ενδυνάμωση της στρατηγικής εταιρικής σχέσης» των δύο χωρών.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε μια κρίσιμη περίοδο για την Ουκρανία, καθώς συνεχίζεται ο πόλεμος με τη Ρωσία, με σοβαρές συνέπειες για την οικονομία και την ασφάλειά της. Ο Σιμπίχα αναφέρθηκε επίσης στη συνεχιζόμενη στήριξη της ΕΕ και στην επικείμενη επίσκεψη των Ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών στο Κίεβο, επισημαίνοντας την ευγνωμοσύνη της Ουκρανίας για την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.
Η αμερικανική υποστήριξη, οι απαιτήσεις Τραμπ και το παρασκήνιο
Η συμφωνία προηγήθηκε εν μέσω εντεινόμενης πολιτικής πίεσης από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε ζητήσει «αποζημίωση» για τη στρατιωτική και οικονομική βοήθεια που παρείχαν οι ΗΠΑ στην Ουκρανία από το 2022, η οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις ξεπερνά τα 120 δισ. δολάρια. Ο πρώην πρόεδρος φέρεται να ζήτησε αποζημίωση ύψους 500 δισ. δολαρίων — κάτι που απορρίφθηκε από το Κίεβο ως μη ρεαλιστικό και δυσβάσταχτο για τις μελλοντικές γενιές.
Ως απάντηση, η Ουκρανία συμφώνησε στη δημιουργία κοινού Ταμείου Επενδύσεων Ανασυγκρότησης, στο οποίο οι ΗΠΑ θα αποκτήσουν πρόσβαση σε έργα εξόρυξης και επεξεργασίας ορυκτών, πετρελαίου και φυσικού αερίου, χωρίς όμως να αποκτούν δικαιώματα ιδιοκτησίας ή ελέγχου στους πόρους της χώρας. Το ταμείο προβλέπεται να λειτουργεί για τουλάχιστον 10 έτη, με κέρδη που θα επενδύονται αποκλειστικά εντός της Ουκρανίας. Η κατανομή μερισμάτων μεταξύ των εταίρων προβλέπεται για τη δεύτερη δεκαετία.
Οι πόροι της Ουκρανίας και η γεωστρατηγική σημασία
Η Ουκρανία διαθέτει ιδιαίτερα πλούσιο υπέδαφος, κατέχοντας περίπου το 5% των παγκόσμιων αποθεμάτων σε στρατηγικά ορυκτά και σπάνιες γαίες. Διαθέτει, επίσης, ένα από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα λιθίου στην Ευρώπη, το οποίο παραμένει ανεκμετάλλευτο. Σύμφωνα με γαλλικές γεωλογικές μελέτες, η Ουκρανία κατέχει σημαντικά αποθέματα γραφίτη, κρίσιμου υλικού για την κατασκευή ηλεκτρικών μπαταριών, καθώς και μαγγανίου και τιτανίου.
Η αξιοποίηση αυτών των πόρων αποτελεί όχι μόνο οικονομική ευκαιρία αλλά και γεωπολιτικό εργαλείο. Η εμπλοκή των ΗΠΑ σε αυτή τη διαδικασία εκλαμβάνεται ως μήνυμα προς τη ρωσική ηγεσία ότι η Ουκρανία θα συνεχίσει να λαμβάνει διεθνή υποστήριξη — έστω και με οικονομικούς, αντί για στρατιωτικούς, όρους.
Ρήτρες ασφαλείας χωρίς δεσμεύσεις
Παρότι η ουκρανική πλευρά είχε ζητήσει η συμφωνία να περιλαμβάνει εγγυήσεις ασφάλειας απέναντι σε νέες ρωσικές επιθέσεις, το τελικό κείμενο δεν εμπεριέχει δεσμευτικές ρήτρες για τις ΗΠΑ. Το μόνο που αναφέρεται είναι η γενική στήριξη των ΗΠΑ στις «προσπάθειες της Ουκρανίας για την οικοδόμηση μιας διαρκούς ειρήνης». Η απουσία ρητών δεσμεύσεων αντανακλά την πολιτική απροθυμία του Τραμπ να διατηρήσει ενεργό ρόλο των ΗΠΑ σε διεθνή μέτωπα ασφάλειας.
Οικονομική προοπτική ή πολιτική αναδίπλωση;
Η συμφωνία αυτή, αν και πρωτοφανής ως προς την οικονομική της φύση, εγείρει ερωτήματα για το μέλλον της στρατηγικής συνεργασίας ΗΠΑ – Ουκρανίας. Από τη μία, παρέχει στην Ουκρανία πρόσβαση σε κρίσιμες επενδύσεις και τεχνογνωσία, από την άλλη όμως περιορίζει το επίπεδο στρατιωτικής δέσμευσης της Ουάσινγκτον σε μια περίοδο που η Μόσχα συνεχίζει να απειλεί την εδαφική της ακεραιότητα.
Η Ουκρανία δηλώνει αισιόδοξη για τις νέες ευκαιρίες που ανοίγονται, αλλά παραμένει αβέβαιο κατά πόσο η συμφωνία αυτή μπορεί να αποτελέσει επαρκές αντίβαρο στην έλλειψη ουσιαστικής στρατιωτικής στήριξης, ιδίως αν οι ΗΠΑ μετατοπίσουν περαιτέρω το ενδιαφέρον τους από τον ευρωατλαντικό χώρο.