Τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς στη Νικήτη το έτος 1957 δεν μοιάζουν σε τίποτα με τα τωρινά. Όλα έχουν αλλάξει, αλλά η θύμηση παραμένει το δυνατό χαρτί πολλών και σήμερα χάρη σε αυτή μπορούμε να αναπολούμε ευχάριστες στιγμές από το παρελθόν!

Στη Νικήτη λοιπόν, έψελναν τα κάλαντα κρατώντας κλωνάρια ελιάς, μυρτιάς και δάφνης.

Χαράματα ξεκινούσαν οι παρέες στον «Κότσκα» και στον Τζιρώνι (οι γειτονιές του παλιού χωριού).  Με κοντά παντελονάκια οι περισσότεροι, ξυπόλυτοι αλλά με χαμόγελο γεμάτοι ελπίδα. Μέσα στη λάσπη και στα καλντερίμια….Όλα τα σπίτια άνοιγαν για το καλό του χρόνου..Τραγουδούσανε χτυπώντας την πόρτα με τα κλαδιά:«Βάια Βάια κόλεντα και πολύ σταρ κ πολύ κριθάρ κ πουλυ βρωμ κ πουλά κατσκουδια κ πουλά αρνουδια κ όπους βαράει η πόρτα να βαράει κι του μιταξ ταξ..Σηκου κυρά μου κι ανοιξει την πόρτα την Καρένινα έχου διότι λόγια να σου πω γλυκά κ ζαχαρένια του καλαθάκιμ θέλ αυγά κι η τσέπη μου καρύδια κ το χρυσό μαντίλι μου πεντεξι μεταλιδια».

Οι «πλούσιοι» εκείνης της εποχής τους έδιναν δεκάρες ίσως κ μισή δραχμή. Οι άλλοι τους έδιναν ως δώρο σύκα, αποξηραμένα καρύδια, σταφίδες, ξυλοκέρατα, φυρίκια και οι πάμφτωχοι μια χούφτα ρεβύθια..Με τα λεφτά,  τις δεκάρες όπως τα έλεγαν τότε τα χρήματα αγοράζανε απ’ τα μπακάλικα του Σπύρου του Φιλιππίδη και του Δεληθανάση και του Λάμπρου καραμέλες μαστιχάτες, μπαζόκες λεμονάτες και ένα μανταρίνι που τρώγανε και τη φλούδα από αυτό!

«ΟΜΟΡΦΑ ΑΘΩΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ 1957» μέσα από τα μάτια ενός Νικητιανού, του Νίκου Παπαθανασίου ο οποίος με λεπτομέρεια και μια γλυκιά νοσταλγία μας ταξίδεψε στο μακρινό παρελθόν…