Αφιερωμένη στη μνήμη της Γέννησης της Θεοτόκου η εκκλησία της Βάλτας(Κασσάνδρειας)γινόταν σ’ αυτή πανήγυρη από τα παλιότερα χρόνια και γίνεται και τώρα, κατά τη μέρα της γιορτής της Γέννησης της Θεοτόκου στις 8 Σεπτεμβρίου.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στη θέση της εκκλησίας και πριν απ’ την καταστροφή του 1821 ήταν μικρότερη και είχε μάκρος όσο τα 2/3 του μάκρους της σημερινής. Ξανακτίστηκε κατά τη δεκαετία του 1860 χωρίς νάρθηκα κι αργότερα κι ίσως κατά την ίδια δεκαετία, κτίστηκε και νάρθηκας με τοξοειδή ανοίγματα. Στα μετά το 1920 χρόνια, κλείστηκαν τα τοξοειδή ανοίγματα του νάρθηκα για επέκταση του εσωτερικού χώρου της κι αργότερα πάνω απ’ την είσοδο της φτιάχτηκε μεγάλο οριζόντιο στέγαστρο που αποτέλεσε επέκταση μαζί και εξώστη του γυναικωνίτη της.

Για να επισκεφτεί κανείς τον κεντρικό ναό της Γέννησης της Θεοτόκου Κασσανδρείας, περνά μέσα από πλακόστρωτα σοκάκια και αντικρύζει το παλιό καμπαναριό του ναού, το οποίο προκαλεί εντύπωση στους επισκέπτες.

Επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζουν το γλυπτό υπέρυθρο τόξο το οποίο είναι παλαιοχριστιανικό με ανάγλυφες παραστάσεις και προέρχεται από το τέμπλο του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, καθώς και ο πλούσιος διάκοσμός του, αναδεικνύοντας την ιστορική, αλλά και θρησκευτική αξία του ναού.

Μεγάλη θεομητορική εορτή

Κάθε χρόνο στις 8 Σεπτεμβρίου η αγία μας Εκκλησία τιμά «το γενέθλιον της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου», τη γέννηση δηλαδή της Μαριάμ (Μαρίας), της μητέρας του Κυρίου μας. Πολλοί ναοί ανά την Ελλάδα, αλλά και στην επαρχία μας είναι αφιερωμένοι στο Γενέθλιον της Θεοτόκου.

Είναι γνωστό ότι τα τέσσερα Ευαγγέλια δεν παρέχουν πληροφορίες για την καταγωγή και τη γέννηση της Θεοτόκου. Τις σχετικές πληροφορίες τις αντλούμε από το απόκρυφο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου (2ος αιώνας), σύμφωνα με το οποίο η Θεοτόκος γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα με θαυματουργικό τρόπο από μια ενάρετη γηραιά γυναίκα, ονόματι Άννα, μετά από επίμονες δεήσεις προς τον Θεό, αυτής και του συζύγου της Ιωακείμ. Η Άννα ήταν στείρα και συνεπώς άτεκνη, γεγονός που εθεωρείτο ντροπή στην ιουδαϊκή κοινωνία της εποχής της.

Η γιορτή της γέννησης της Θεοτόκου καθιερώθηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 5ου αιώνα ή στις αρχές του 6ου αιώνα στα Ιεροσόλυμα και από εκεί διαδόθηκε σε όλη τη χριστιανική Ανατολή. Η γιορτή κατέχει σημαντική θέση στην υμνογραφία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας. Εξέχοντες υμνογράφοι (Σέργιος και Στέφανος Αγιοπολίτες, Γερμανός Α’ Κωνσταντινουπόλεως, Ρωμανός ο Μελωδός, Ιωσήφ Υμνογράφος) έχουν γράψει ιδιόμελα, κανόνες και κοντάκια, που ψάλλονται κατά την ημέρα της γιορτής. Παράλληλα, οι διηγήσεις για τη γέννηση της Θεοτόκου έχουν καταλάβει εξέχουσα θέση στην εκκλησιαστική ζωγραφική.