Στο επίπεδο 4 του επιδημιολογικού χάρτη βρίσκονται ήδη από σήμερα Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Χαλκιδική και Κιλκίς με περιορισμούς τόσο στη διασκέδαση, όσο και στο ωράριο κυκλοφορίας.

Τα δεδομένα που έχουν στη διάθεσή τους οι λοιμωξιολόγοι θεωρούνται άκρως ανησυχητικά, καθώς όπως σημείωσε η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων Βάνα Παπαευαγγέλου, στις περιοχές με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη παρατηρείται αύξηση του αριθμού των νέων κρουσμάτων. Και ενώ είναι σταθερή η αποκλιμάκωση στο σύστημα υγείας στην επικράτεια, η Βόρεια Ελλάδα αποτελεί εξαίρεση.

Είναι χαρακτηριστικό πως στη Θεσσαλονίκη έχουν εμβολιαστεί μόνοι οι μισοί από τους κατοίκους, στη Χαλκιδική το 47%, στο Κιλκίς το 41% στη Λάρισα το 50%, στην Πιερία το 41% και στη Δράμα το 43%.

Στη Χαλκιδική είναι περίπου 113 χιλι. οι εμβολιασμοί που έχουν γίνει ενώ οι μισοί αφορούν άτομα πλήρως εμβολιασμένα στο σύνολο του μόνιμου πληθυσμού των 105 χιλ. κατοίκων, Μεγάλος είναι ο αριθμός επισκεπτών που εμβολιάστηκε κατά τη διαμονή του στο νομό, ή ατόμων που δεν είναι καταγεγραμμένα ως μόνιμοι κάτοικοι.

Τί σημαίνουν τα στοιχεία για τους μαθητές

Η ανάλυση των δεδομένων ανά περιφερειακή ενότητα δείχνει ότι αύξηση των κρουσμάτων σε παιδιά σχολικής ηλικίας παρατηρείται αποκλειστικά και μόνο σε περιοχές με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη του ενήλικου πληθυσμού, όπου έχουμε αύξηση του επιδημιολογικού φορτίου.

Ανασκοπώντας την επίπτωση των νέων κρουσμάτων στα παιδιά κάτω των 17 ετών, ανά περιφερειακή ενότητα, σε περιοχές με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη όπως είναι η Αττική, όπου το 61,2% του πληθυσμού έχει πλήρως εμβολιαστεί, δεν παρατηρήθηκε καμία αύξηση και ο αριθμός των νέων κρουσμάτων τόσο στα παιδιά Δημοτικού όσο και στα παιδιά Γυμνασίου-Λυκείου παρέμεινε σταθερά χαμηλός.

Αντίθετα, σε περιοχές με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη όπως είναι η κεντρική και η ανατολική Μακεδονία και Θράκη με εμβολιαστική κάλυψη κάτω του 50%, η επίπτωση των νέων κρουσμάτων παρέμεινε σταθερά υψηλή στα παιδιά Γυμνασίου και Λυκείου και αυξήθηκε σημαντικά κατά την διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων στα παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών.