Σε απόσταση 13 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα και έδρα του ομώνυμου δήμου Πολυγύρου βρίσκονται τα Βράσταμα.

Το μέρος που με την πρώτη ματιά δε σου φανερώνει τα μυστικά του!

Φύση που αγκαλιάζει τον οικισμό μέσα στον ορεινό όγκο του Χολομώντα και τον κατατάσσει σε έναν μικρό ανεξερεύνητο παράδεισο.

Δεν είναι τυχαίο πως ο όσιος Ευθύμιος διάλεξε τον τόπο αυτό για να δημιουργήσει το ασκηταριό του.

Ομως ποιος ηταν:Καταγόμενος από ένα χωριό κοντά στην Άγκυρα, όπου γεννήθηκε το 824, έλαβε το όνομα Νικήτας. Επτά ετών ορφάνεψε από πατέρα και τον ανέθρεψε η μητέρα του, η οποία τον κατήχησε στην ορθόδοξη πίστη και στην προσκύνηση των εικόνων. Παρ’ ότι από παιδί ποθούσε να γίνει μοναχός ενέδωσε στις παρακλήσεις της ευλαβούς μητέρας του, παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη. Μια μέρα με πρόφαση ότι πήγαινε να βρει τα άλογά του που χάθηκαν αποχαιρέτησε την οικογένειά του και κατέφυγε στην έρημο. Έφτασε σε ηλικία 18 ετών στο όρος Όλυμπος της Βιθυνίας, το οποίο, χάρη σε μορφές όπως οι άγιοι Ιωαννίκιος, Πέτρος της Ατρώας και Θεοφάνης ο Ομολογητής, ήταν την εποχή εκείνη το πιο σημαντικό μοναστικό κέντρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο Νικήτας αρχικά εγκαταβίωσε κοντά στον άγιο Ιωαννίκιο και μετά πήγε υποτακτικός στον Θεόδωρο, έναν γέροντα που ζούσε στην ερημία. Εκεί εκάρη μοναχός (842) και έλαβε το όνομα Ευθύμιος. Έπειτα, αφού πέρασε δεκαπέντε ακόμη χρόνια στο πλησιέστερο κοινόβιο, τη Μονή των Πισσαδηνών, για να ολοκληρώσει την ασκητική διαπαιδαγώγησή του, φεύγει για να εγκατασταθεί στον Άθωνα στις αρχές του 859.Εκεί συνδέθηκε με τον Αρμένιο μοναχό Ιωσήφ και έζησε σε αυστηρά άσκηση μέσα σ’ ένα σπήλαιο για τρία χρόνια. Ήταν το έτος 862 όταν εξήλθε από το σπήλαιο και είδε συγκεντρωμένους έξω απ’ αυτό πολλούς μοναχούς. Αυτοί θα αποτελέσουν και τον πυρήνα των πρώτων μαθητών του. Σε λίγο όμως εγκατέλειψε το Όρος (863) και μετέβη στον Όλυμπο για να παραλάβει και να γηροκομήσει τον γέροντά του Θεόδωρο που ήταν ασθενής. Η υγεία του Θεόδωρου χειροτέρευε, σε σημείο που δεν ήταν πια δυνατόν να του παρασχεθεί η απαιτούμενη ιατρική βοήθεια και τότε ο Ευθύμιος μετέφερε τον γέροντά του έξω από το Όρος σε κελί στα Μακρόσινα, τοποθεσία πλησίον των Βραστάμων. Η κατάσταση του Θεοδώρου όμως χειροτέρεψε και μεταφέρθηκε στην Θεσσαλονίκη.

Ο Ευθύμιος δεν τον ακολούθησε αλλά επέστρεψε στο Όρος και συνέχισε την σκληρή άσκηση. Μόλις πληροφορήθηκε τον θάνατο του γέροντος του μετέβη στην Θεσσαλονίκη γύρω στο 865 για να προσκυνήσει τον τάφο του και επεδίωξε την ασκητική του «τελείωση» ζώντας για ένα διάστημα πάνω σ’ ένα στύλο στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Μην αντέχοντας το πλήθος που συνωστίζονταν στην βάση του στύλου του, επιστρέφει για τρίτη φορά στον Άθωνα, έχοντας χειροτονηθεί όμως τώρα ιερέας. Δεν έμεινε όμως αυτή τη φορά περισσότερο από ένα χρόνο. Η φήμη του ονόματός του ήταν πλέον τόσο μεγάλη, τόσο εντός όσο και εκτός του Άθωνος,χάρη στα ασκητικά του κατορθώματα, ώστε μεγάλος αριθμός μοναχών προσέρχονταν κοντά του και επιδίωκε να υποταχθεί στην σοφή του καθοδήγηση.
Θέλοντας λοιπόν να αποφύγει την φήμη του και επιδιώκοντας την ησυχία, ο Ευθύμιος αναχώρησε για την «νήσο των Νέων»(σημερινός Άγιος Ευστράτιος), που ήταν ακατοίκητη, χάριν ασκήσεως, έχοντας μαζί του μόνο δύο συντρόφους, τον Ιωάννη Κολοβό και τον Συμεών.Μια επιδρομή όμως Αράβων πειρατών δεν του επέτρεψε να παραμείνει στο νησί παρά μόνο για λίγους μήνες και τον ανάγκασε να επιστρέψει στο Όρος. Στον Άθωνα ξανακινδύνευσε από τους πειρατές και αποφάσισε να πάρει τους μαθητές του (866)και να εγκατασταθούν στουΒραστάμου (σημερινά Βραστά) της Χαλκιδικής.
Εκεί «εις τα Βραστάμου» ίδρυσε μια μικρή μοναστική κοινότητα – Λαύρα, διότι διέθετε ατομικά κελιά για τους μοναχούς,ανεξάρτητα, αλλά το ένα κοντά στο άλλο και δύο κελιά απομακρυσμένα για τον Ευθύμιο και τον Ονούφριο – μαζί με τον φίλο του Ιωσήφ, ενώ οι άλλοι δύο συνοδοί και μαθητές του, ίδρυσαν σε διαφορετικό μέρος ο καθένας τους από μία «Λαύρα». Ο Ιωάννης Κολοβός στα Σιδηροκαύσια της Χαλκιδικής και ο Συμεών μετακινήθηκε στην Νότια Ελλάδα και θεωρείται κτήτορα της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα της Πελοποννήσου.
Το 898, καθώς προορατικώς εγνώρισε την ημέρα της εκδημίας του, συγκέντρωσε όλους τους μαθητές του για ένα εορταστικό γεύμα στην τράπεζα της Μονής των Περιστερών. Τους συμβούλευσε, τους νουθέτησε για τελευταία φορά, και αφού τους έδωσε την ευλογία του, μετέβη στην έρημη νησίδα Ιερά (σημ. Γιούρα), όπου παρέδωσε εν ειρήνη την ψυχή του στον Κύριο, παρουσία μόνον των αγγέλων και των αγίων, την 15η Οκτωβρίου.
Σε απόσταση 5,5 χιλιομέτρων από το χωριό και σε υψόμετρο 540 μέτρων βρίσκεται ο μυστικός αυτός παράδεισος χωμένος μέσα σε πυκνή βλάστηση και  με συντροφιά τα πεντακάθαρα νερά που ξεδιψούν τους περιπατητές.

 

Πηγές:http://osiosefthimios.blogspot.com/