Συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας το αφιέρωμα στους μεταλλωρύχους καταγράψαμε και την πλευρά της συζύγου και κόρης μεταλλωρύχου,  πεθεράς επίσης μεταλλωρύχου. Η Νικολέτα Παπαργυρίου που όταν της ζητήσαμε να μιλήσει για τα μεταλλεία απάντησε ξεκάθαρα: «Ότι έχει να κάνει με την Εταιρεία είναι κομμάτι του εαυτού μου».

Οι αναμνήσεις ξεχειλίζουν και βγαίνουν από το στόμα της αβίαστα υπό τη μορφή αφήγησης. Κλείνεις τα μάτια και κάνεις εικόνα τις λέξεις: «Είχαμε τους γονείς μας κοντά μας. Η απασχόληση ήταν μόνιμη και 12μηνη και δεν χρειάστηκε να φύγουν μετανάστες μακριά μας. Όμορφα παιδικά χρόνια… Δύσκολες οι εργασιακές συνθήκες για τους παλιούς μεταλλωρύχους. Βγαίνανε από τις στοές και ήταν μαύροι… σαν τους καλικάντζαρους».

Η κυρία Παπαργυρίου θαύμασε την απόφαση και του κουράγιο του άνδρα της να δουλέψει στα μεταλλεία μετά το ατύχημα του πεθερού της που παρ’ ολίγο να θαφτεί ζωντανός μέσα στη στοά. «Είχε βρέξει και τα χώματα ήταν μαλακά. Τον πλάκωσε η στοά και έμεινε θαμμένος επί ένα 24ωρο σε μια τρύπα 300 μέτρα κάτω από τη γη. Οι άξιοι μηχανικοί κατάφεραν να τον απεγκλωβίσουν αλλά από τότε καταλάβαινες τον τρόμο στη φωνή του κάθε φορά που διηγούνταν το συμβάν. Τα ξέραμε κι εμείς σαν παιδιά αυτά κι είχαμε ένα σφίξιμο πάντα με αυτή τη δουλειά», μας λέει η ίδια.

Ωστόσο, η οικογένεια είχε ασφάλεια τονίζει ξανά και ξανά η κυρία Παπαργυρίου στέλνοντας συχνά το μήνυμα της σημασίας που έχει η παρουσία της μεταλλευτικής εταιρείας στην περιοχή. «Η μεταλλευτική οικογένεια έχει ξεχωριστό δέσιμο. Αν δεν ήταν η πανδημία θα βρισκόμασταν πιο συχνά. Μας έχουν λείψει οι γιορτές, οι μικρές αφορμές για να μαζευόμαστε, να βλεπόμαστε από κοντά», λέει με παράπονο. Για την κ. Παπαργυρίου οι επιλογές που έχουν οι νέοι είναι λίγες. Ο δημόσιος τομέας όπως λέει είναι μικρός στην περιοχή, το Παλαιοχώρι δεν είναι αγροτικός τόπος, και οι υλοτόμοι τείνουν να εξαφανιστούν για πολλούς λόγους. «Ο ορεινός τουρισμός έχει μακρύ δρόμο μπροστά του και ο ιδιωτικός τομέας επίσης είναι μικρός στον τόπο μας. Όλοι είμαστε μια αλυσίδα. Αν κινείται το χρήμα μας καλύπτει όλους. Αν δεν υπάρχουν δουλειές και λεφτά, τότε πεινάμε όλοι», εξηγεί η κ. Παπαργυρίου.

 

Στη σύνταξη 40 χρόνια μετά…

Ο κ. Αντώνης Αρβανιτάκης από φέτος ξυπνάει κάθε μέρα και θεωρεί ότι είναι Σάββατο. Έτσι πιστεύει ότι θα του συμβαίνει για λίγο καιρό ακόμη, μέχρι να συνηθίσει στην ιδέα ότι είναι συνταξιούχος από 1/1/2022. Το πώς πέρασαν 40 χρόνια δουλειάς στην επιφάνεια δεν το κατάλαβε. Τώρα θα συνηθίσει αλλιώς, μας λέει. «Λίγο ψάρεμα, λίγο τα εγγόνια, θα περνάει η μέρα». Ούτε ι ίδιος δεν θυμάται σε ποια γενιά μεταλλωρύχων ανήκει. «Της γιαγιάς μου ο παππούς ήταν μεταλλωρύχος». Ο πατέρας του, από τα θύματα της δουλειάς. Έχασε το πόδι του σε ατύχημα στα 43 του χρόνια. «Αλλά εμείς είμαστε αλλιώς μαθημένοι εδώ. Δεν λέμε καλημέρα το πρωί. Λέμε καλή βάρδια».

Για τον κ. Αρβανιτάκη τα καλά χρόνια στα μεταλλεία ήταν η δεκαετία του ’80. «Τότε που είχαμε αφεντικό», λέει και διευκρινίζει ότι άλλαξαν οι καταστάσεις με τις πολυεθνικές αλλά και πάλι η ζωή είχε σιγουριά και οικονομική βεβαιότητα. Γι΄αυτό κι όπως τονίζει η μέρα που έκλεισαν τα μεταλλεία ήταν μαύρη για τον τόπο. Αν και οι περισσότεροι βρήκαν να απασχοληθούν ευκαιριακά, δεν ήταν το ίδιο. «Χάρηκα πολύ όταν το ’12 και το ’13 έκαναν προσλήψεις. Είδα νέους να έρχονται στη δουλειά», μας λέει.

Το Στρατώνι για τον κ. Αρβανιτάκη είναι χωριό όπου μπορεί κανείς να βρει άτομα από κάθε νομό της Ελλάδας. «Το χωριό το έφτιαξαν τα μεταλλεία και σήμερα ζούμε από κάθε γωνιά εδώ», τονίζει. Και ο ίδιος έμεινε στον τόπο του παρά το γεγονός ότι δεν το προγραμμάτιζε. Η μοίρα όμως τον ήθελε να κάνει οικογένεια μικρός, και να δουλεύει εκεί που ήθελαν όλοι τότε να δουλέψουν για να έχουν ασφάλεια και χρήματα. Στα Μεταλλεία.

#μεταλλεία #χαλκιδική #ανάπτυξη #οικονομία #Στρατώνι #κοινωνία