Τρεις μέρες γεμάτες με «Γευστικές και Μουσικές διαδρομές» υπόσχεται να χαρίσει στις 19, 20 και 21 Αυγούστου στους επισκέπτες ο Δήμος Πολυγύρου. Οι εκδηλώσεις περιλαμβάνουν πέραν των μουσικών δρώμενων, έκθεση και προώθηση τοπικών προϊόντων, γευστικές δοκιμές, ντόπιες μαγειρικές, καθώς και ένα πολύχρωμο και λαμπερό street food festival που φιλοδοξεί να συγκεντρώσει ντόπιους αλλά και τουρίστες.

Το παρών στη λαμπερή εκδήλωση αναμένεται να δώσει και η Πολυγυρινή Ελπίδα Μορφούλη, την οποία γνωρίσαμε μέσω του Master Chef και η οποία αναμένεται να μας ξεναγήσει στα άγνωστα, ίσως, για το πλατύ κοινό προϊόντα και τις γεύσεις της περιοχής.

«Την πρώτη μέρα θα προωθήσω τα προϊόντα της Χαλκιδικής. Θα είμαι για να βοηθήσω τους συλλόγους και τα τοπικά προϊόντα γενικά για να γνωρίσει και ο κόσμος τι παράγει η Χαλκιδική και ο Δήμος Πολυγύρου.
Τη δεύτερη μέρα σε συνεργασία με τον chef Γιώργο Παλισίδη θα φτιάξουμε κάποιες συνταγές βασισμένες σε τοπικά προϊόντα πάλι. Οι συνταγές θα είναι βασισμένες στο λάδι το μέλι και την ελιά. Την τρίτη μέρα θα συνεργαστώ και πάλι με τον κύριο Παλισίδη, με τη διαφορά ότι ελπίζουμε να συνεργαστούμε και με την κυρία Κούλα η οποία είναι πάνω από 80 ετών και έχει συνδράμει στους πολιτιστικούς συλλόγους του Πολυγύρου πάνω από 50 χρόνια. Ευχόμαστε να είναι μαζί μας την Κυριακή για να κάνουμε και μια παραδοσιακή συνταγή και να την προσφέρουμε στον κόσμο για να την δοκιμάσει.
Ελπίζουμε οι εκδηλώσεις να έχουν απήχηση γιατί έχει γίνει όλο με πάρα πολύ αγάπη και φροντίδα και εννοείται ότι μετά το Master Chef και την απήχηση που είχε ο Πολύγυρος ως τοποθεσία, να λειτουργήσει ως τοποθεσία γιατί ουσιαστικά επαναπροσδιορίσαμε τη Χαλκιδική τουριστικά στον χάρτη της Ελλάδας», εξηγεί στο xalkidikipolitiki για τη συμμετοχή της στις εκδηλώσεις.

Παράλληλα, αναφερόμενη στα ντόπια προϊόντα της Χαλκιδικής, όπως τονίζει δεν εξάγονται όλα και δε γνωρίζει και ο κόσμος ότι προέρχονται από τον Δήμο Πολυγύρου, όπως πχ τα Δουμπιά. Η φέτα, τα τυριά, τα γαλακτοκομικά, οι βρώσιμες ελιές, το λάδι και το μέλι, είναι τα βασικά προϊόντα τα οποία παράγονται σε αυτόν τον τόπο και συνθέτουν τις βάσεις εκείνες που απαρτίζουν την Χαλκιδικιώτικη κουζίνα.

«Αν δεν κάνω λάθος πάνω από το 35% των μελισσοκόμων στην Ελλάδα δραστηριοποιείται στην Χαλκιδική. Έχουμε πάρα πολλά προϊόντα τα οποία δεν είναι τόσο αναγνωρισμένα και θέλουμε να δείξουμε στον κόσμο τι παράγουμε, τι φτιάχνουμε και με πόσο μεράκι το φτιάχνουμε. Οι περισσότερες είναι μικρές ιδιόκτητες επιχειρήσεις οι οποίες δεν έχουν φανεί ακόμη στο χάρτη, ενώ κάποιοι έχουν φανεί στον παγκόσμιο αλλά όχι στον ελληνικό. Όπως το ελαιόλαδο “Μάρμαρο” που είναι από τον Πολύγυρο Χαλκιδικής, που ταξιδεύει παντού και έχει πάρει βραβεία στην Ευρώπη», εξηγεί η chef.

Αφενός οι γεύσεις της τοπικής παραδοσιακής κουζίνας του Πολυγύρου, και αφετέρου τα πρώτα ερεθίσματα που δέχθηκε αρχικά από το οικογενειακό της περιβάλλον σε σχέση με τις κουζίνες του εξωτερικού, έμελλαν να συνθέσουν την αγάπη της για το fine dining που θα την οδηγήσουν στις μεγάλες κουζίνες τους εξωτερικού.

Σε ηλικία μόλις 26 ετών, καταφέρνει και γίνεται head chef σε εστιατόριο στο Λονδίνο. Από τότε ακολουθεί μια σπουδαία καριέρα, με την πορεία της να διασταυρώνεται με το τηλεπαιχνίδι του Master Chef το οποίο θα την κάνει πλέον αναγνωρίσιμη στο ευρύ κοινό.

Τα προβλήματα αλλά και τα εμπόδια που συνάντησε στον δρόμο της φυσικά δεν έλλειψαν, χωρίς ωστόσο να καταφέρουν να σταθούν αντάξια της θέλησής της να παλέψει και να κατακτήσει τον ανδροκρατούμενο χώρο των μεγάλων κουζινών τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδα.

Ο Πολύγυρος, είναι η ιδιαίτερη πατρίδα σου. Ο τόπος καταγωγής πόσο μεγάλο ρόλο πιστεύεις ότι παίζει για έναν chef;

«Η πρώτη επιρροή ξεκινάει πάντα από την μητέρα και τη γιαγιά. Οπότε οποιοσδήποτε και αν είναι ο τόπος, η μητέρα και η γιαγιά είναι που δημιουργούνε τα πρώτα γευστικά ερεθίσματα. Η μητέρα μου δεν κατάγεται από εδώ, ενώ τη γιαγιά μου την Πολυγυρινή δεν την γνώρισα. Η εν λόγω γιαγιά ήταν μια γυναίκα βέρα Πολυγυρινή από μεγάλη οικογένεια, είχαν χωράφια κρασιά, τότε που υπήρχαν ακόμη αμπέλια στον Πολύγυρο. Ο πατέρας μου είχε όλες αυτές τις αναμνήσεις τις οποίες ήθελε να τις περάσει και σε εμάς. Οπότε πάντα άκουγα τις ιστορίες για την γιαγιά, για τις θείες και για τα εδέσματα όπως τα τσουρέκια και τις πολυγυρινές πίτες στον ξυλόφουρνο. Ουσιαστικά όσον αφορά την πολυγυρινή κουλτούρα στο φαγητό μου τις έχει περάσει ο πατέρας μου μέσα από τις δικές του αναμνήσεις».

Σε τι ηλικία ξεκίνησες να ασχολείσαι με την μαγειρική; Πότε κατάλαβες ότι αυτός είναι ο δρόμος που θα ήθελες να ακολουθήσεις;

«Πάρα πολύ μικρή. Όταν ήμουν μεγάλα νήπια μας πήγανε στο φούρνο και μας δείξανε πως γίνεται το ψωμί και όταν εγώ και η μαγιά γνωριστήκαμε ο έρωτας ήταν… κεραυνοβόλος. Όταν είδα ότι το ψωμί φουσκώνει ήταν τρομερά εντυπωσιακό για ένα παιδάκι σε αυτή την ηλικία, οπότε άρχισα να φτιάχνω παξιμάδια στο σπίτι, προφανώς γιατί δε καταλάβαινα την χημεία πίσω από την μαγιά. Τους ανάγκαζα όλους να το φάνε και δυστυχώς τότε μου έλεγαν όλοι ψέματα για να μην με δυσαρεστήσουν. Μεγαλώνοντας στο λύκειο συνειδητοποίησα ότι το μόνο πράγμα που κάνω είναι μονίμως να μαγειρεύω. Μου άρεσε πάρα πολύ να κάνω τραπέζια στους φίλους των γονιών μου, ήθελα να φτιάχνω εγώ τα γλυκά για το σπίτι, οπότε πάντα παιδευόμουν.

Η πρώτη μου επαφή με πιο ιδιαίτερες γεύσεις ήταν όταν ένας θείος μου, ξάδερφος της μητέρας μου ήταν παντρεμένος με μια Αμερικανίδα, η οποία τύχαινε να ήταν African American, οπότε όταν εγώ ήρθα σε επαφή με κάτι τέτοιο συνειδητοποίησα ότι υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα εκεί έξω. Επίσης αργότερα ήρθαν επιρροές και από ανταλλαγές στην παιδική χορωδία στην οποία συμμετείχε η αδερφή μου, με παιδάκια από όλο τον κόσμο. Παράλληλα, είχαμε συγγενείς από το εξωτερικό, από τη Γερμανία, που μας φέρνανε γλυκά, μας μαγειρεύαν στο σπίτι διαφορετικά πράγματα, οπότε ήταν πολύ εντυπωσιακό. Το κερασάκι στην τούρτα, ήταν τα ημερολόγια της Unicef, τα οποία περιείχαν συνταγές από όλο τον κόσμο».

Ποιά κουζίνα θα έλεγες ότι είναι η αγαπημένη σου;

«Το σπίτι και η πατρίδα είναι οι ελληνικές γεύσεις. Σπανακόπιτα, μαμάς γιαγιάς κλπ. Ωστόσο η πατρίδα που επέλεξα συνειδητά που είναι η Αγγλία, έχει μια πάρα πολύ παρεξηγημένη γαστρονομική κουλτούρα, γιατί δεν είναι μόνο Fish & Chips. Η αληθινή αγγλική γαστρονομία είναι η δεύτερη επιλογή μου. Για παράδειγμα κάνουν φανταστικά αρνιά, κάτι το οποίο είναι πολύ κοντά στην ελληνική γαστρονομία. Ωστόσο τα συνδυάζουν με τελείως διαφορετικό τρόπο.

Το Λονδίνο είναι παγκόσμιο προορισμός. Έχει τα πάντα από θέμα κουζίνας. Στο Λονδίνο δεν υπάρχει καθαρόαιμη κουζίνα. Υπάρχουν μόνο fusion κουζίνες, κάτι το οποίο έρχεται και στην Ελλάδα. Ένα τέτοιο τρανταχτό παράδειγμα είναι ο κύριος Κοντιζάς, ο οποίος κάνει fusion την ελληνική με την ιαπωνική. Επάνω υπάρχει έντονα διαδεδομένη αυτή η τάση γιατί συγκεκριμένα στο Λονδίνο όλοι οι μάγειρες έχουν δουλέψει με κάποιον  ο οποίος δεν είναι Άγγλος. Μάλιστα αρχίζουμε και βλέπουμε και πάρα πολλές ελληνικές κουζίνες οι οποίες κάνουν fusion με την αγγλική για να έρθουν πιο κοντά στα αγγλικά δεδομένα».

Υπήρξε κάποια στιγμή στην καριέρα σου που να συνάντησες εμπόδια και να σκέφτηκες να τα παρατήσεις;

«Υπήρξαν φορές που δυσκολεύτηκα πάρα πολύ, ωστόσο δε τα παράτησα ποτέ και συνέχισα και γι’ αυτό και κατάφερα κάποια στιγμή, σε πολύ νεαρή ηλικία και για γυναίκα, να γίνω head chef. Έχει τύχει προμηθευτής να έρθει να ζητήσει τον (σ.σ. τον άνδρα) chef του μαγαζιού στο Λονδίνο, γιατί όλοι κατηγορούν τις συνθήκες στην Ελλάδα. Θα σου πω ότι είναι παγκόσμιο το φαινόμενο γιατί υπάρχουν παντού άνθρωποι, και μάλιστα, όσον αφορά το συγκεκριμένο περιστατικό, όταν τον συνάντησα ευθαρσώς μου είπε ότι “συγγνώμη δε ζήτησα να δω κάποιον αντιπρόσωπο. Zήτησα να δω τον chef του μαγαζιού”».

Ποιά στιγμή στην καριέρα σου θα ξεχώριζες μέχρι τώρα ως την πιο σημαντική;

«Η πρώτη πιο σημαντική στιγμή της καριέρας μου ήταν όταν αποφάσισα να φύγω Λονδίνο, ενώ η δεύτερη πιο σημαντική όταν τα κατάφερα να γίνω head chef στα 26».

Έχεις συμμετάσχει στο Master Chef. Θεωρείς ότι η προβολή μέσω της τηλεόρασης βοηθάει έναν chef; Αν ναι σε ποιό βαθμό;

«Οποιοσδήποτε διαγωνισμός βοηθάει τον διαγωνιζόμενο. Είτε αυτός είναι τηλεοπτικός διαγωνισμός είτε είναι κάποιος άλλος διαγωνισμός που δεν εμπεριέχει το στοιχείο της μαζικής προβολής. Φυσικά το να μπαίνεις στο σπίτι του κάθε ανθρώπου μέσα από την τηλεόραση σε κάνει πιο γρήγορα γνωστό για την προσπάθειά σου. Γενικά είμαι ένας άνθρωπος που πιστεύει ότι μέσα από έναν διαγωνισμό, είτε αυτός είναι στον αθλητισμό είτε σε οποιοδήποτε κλάδο, σε βοηθάει να ξεπερνάς τα όριά σου και από τη στιγμή που ξεπερνάς τα όριά σου σημαίνει ότι διευρύνεις και τους ορίζοντές σου, άρα μπορείς να κάνεις πολλά περισσότερα πράγματα. Γενικά μπλοκάρουμε πολύ τον εαυτό μας από το να εξελιχθούμε και οι διαγωνισμοί μας βοηθάνε πάρα πολύ στην εξέλιξη. Εννοείται ότι η τηλεόραση σε βάζει μέσα στα σπίτια όλων των ανθρώπων που επιλέγουν να δούνε ένα πρόγραμμα και εννοείται ότι ανοίγει κάποιες επαγγελματικές πόρτες πιο γρήγορα, γιατί πολύ απλά η δουλεία σου γίνεται αμέσως γνωστή».

Τα όνειρά σου για το μέλλον;

«Θέλω πάρα πολύ να αναδειχθεί το ταλέντο του συζύγου μου γιατί είναι ένας καταπληκτικός μάγειρας και η αλήθεια είναι ότι μία από τις σκέψεις μου όταν αποφάσισα να συμμετέχω στον διαγωνισμό, ήταν γιατί θα ξαναέρθει στην επιφάνεια ο σύζυγός μου ο οποίος κέρδισε με το σπαθί του το Hell’s Kitchen και μέσα από το δικό του ταλέντο να αναδειχθεί και το δυναμικό που έχουμε στήσει ως ζευγάρι. Γιατί είμαστε τρομεροί συνδυαστικά στο επαγγελματικό κομμάτι. Το όνειρό μου είναι να μπορέσουμε να βρούμε μια γαστρονομική στέγη μαζί για να φανεί και η δική του προσπάθεια αλλά και ο συνδυασμός».