Τη διακήρυξη για τη διενέργεια Δημόσιου Ανοιχτού Πλειοδοτικού Διαγωνισμού για την επιλογή αναδόχων (μισθωτών), σε 59 αναψυκτήρια και εστιατόρια, σε επιλεγμένους Αρχαιολογικούς Χώρους, Μνημεία και Μουσεία, δημοσίευσε ο Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (ΟΔΑΠ). Με τη θετική έκβαση της διαγωνιστικής διαδικασίας, που σε αυτή την έκταση επιχειρείται για πρώτη φορά από συστάσεως του π.ΤΑΠ, ο αριθμός των αναψυκτηρίων, ανέρχεται συνολικά σε 75, σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού.

Παράλληλα, με τον διαγωνισμό προβλέπεται να εγκατασταθούν 38 αυτόματοι πωλητές νερού–αναψυκτικών, στους μεγαλύτερους αρχαιολογικούς χώρους για την καλύτερη εξυπηρέτηση των επισκεπτών, αλλά και σε κάποιους χώρους, που δεν διαθέτουν αναψυκτήριο.

Σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού, το Β’ Πρόγραμμα Αξιοποίησης Αναψυκτηρίων εγκρίθηκε από την υπουργό Λίνα Μενδώνη κατόπιν θετικής γνωμοδότησης του ΚΑΣ. Η εκμίσθωση από αναδόχους αποσκοπεί στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των αναψυκτηρίων και εστιατορίων, καθώς και της βέλτιστης εξυπηρέτησης των επισκεπτών των Αρχαιολογικών Χώρων, Μνημείων και Μουσείων, με απώτερο στόχο την ενίσχυση της προβολής τους και την αύξηση της επισκεψιμότητάς τους.

Ο διαγωνισμός για την εκμίσθωση των 59 αναψυκτηρίων υποδιαιρείται γεωγραφικά σε τρεις ομάδες. Η διάρκεια της σύμβασης θα είναι έξι έτη, με δυνατότητα παράτασης για χρονικό διάστημα κατά ανώτατο όριο έξι επιπλέον ετών. Ως κριτήριο ανάθεσης ορίζεται αποκλειστικά η τιμή και, συγκεκριμένα, η υψηλότερη ετήσια τιμή του προσφερόμενου μισθώματος συνολικά ανά ομάδα.

Ειδικότερα για τη Χαλκιδική, οι χώροι που ωφελούνται είναι το Σπήλαιο Πετραλώνων, ο αρχαιολογικός χώρος Ολύνθου, και το Αρχαιολογικό Μουσείο Πολυγύρου.

Στον Πολύγυρο, για τη λειτουργία του αναψυκτηρίου συνυπολογίστηκε ότι το μουσείο επαναλειτούργησε το καλοκαίρι του 2022 και ήταν κλειστό πολλά έτη, συνεπώς δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα τα στοιχεία επισκεψιμότητάς του. Οι υπηρεσίες αποφάσισαν πως θα εκτιμηθεί με βάση τον χώρο της Ολύνθου, ως  χώρο παραπλήσιο με παρεμφερή επισκεψιμότητα. Επιπλέον και λόγω της πανδημίας, κατά την οποία χάθηκε η επισκεψιμότητα από τους αρχαιολογικούς χώρους, υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία από το τελευταίο έτος μόνο, για την πιθανή κερδοφορία ανάλογων χώρων. Έτσι, αποφασίστηκε πως η αντιπροσωπευτικότερη μέθοδος για την εκτίμηση του μισθώματος του αναψυκτηρίου στον Πολύγυρο, είναι βάσει της Μεθόδου Εισοδήματος (Κερδών), από το 2019 στην προκειμένη περίπτωση.

Το 2019 η Όλυνθος είχε 10.722 επισκέπτες

Η ίδια μέθοδος θα χρησιμοποιηθεί και για την Όλυνθο, όπου για τον υπολογισμό του μισθώματος θα χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία επισκεψιμότητας του 2019 επίσης. Η διαφορά της Ολύνθου από το Αρχαιολογικό Μουσείο Πολυγύρου και το Σπήλαιο Πετραλώνων, είναι η εποχική λειτουργία των εγκαταστάσεων λόγω της φύσης του χώρου. Σε Πολύγυρο και Πετράλωνα τα αναψυκτήρια θα λειτουργούν σε ετήσια βάση όπως και οι αντίστοιχοι χώροι.

Αυτόματοι πωλητές τοποθετούνται, βάσει της προκήρυξης, σε τρία σημεία στο νομό Χαλκιδικής, στους αρχαιολογικούς χώρους Σταγείρων και Φλογητών και στον Α.Χ. Ζώνης Χαλκιδικής.

Το Σπήλαιο Πετραλώνων

Το 2018 το Σπήλαιο Πετραλώνων είχε 67.053 επισκέπτες

Στο αναψυκτήριο του Σπηλαίου Πετραλώνων η εκτίμηση του μισθώματος είναι βάσει της Μεθόδου Εισοδήματος, καθώς πρόκειται για χώρο που έμεινε κλειστός για το κοινό από 1/1/2019 για εργασίες συντήρησης.

Ο χώρος είναι ενταγμένος στο Ε.Π. «Κεντρική Μακεδονία 2014-2020» για τα έργα «Ανάδειξη σπηλαίου Πετραλώνων και αναβάθμιση των υποδομών του» και «Επανέκθεση συλλογών Μουσείου Πετραλώνων». Η υλοποίησή τους σε συνθήκες απόλυτης κανονικότητας και ασφάλειας επέβαλε την αναστολή λειτουργίας του Αρχαιολογικού χώρου για το κοινό μέχρι το πέρας των εργασιών. Στους χώρους γίνεται διαμορφώση για προσβάσεις ΑΜΕΑ προς το αναψυκτήριο του Αρχαιολογικού χώρου. Η απόδοση του σπηλαίου Πετραλώνων στο κοινό εκτιμάται ότι θα είναι εφικτή στα τέλη του β΄ τριμήνου του έτους 2023 και εκείνη του μουσείου στα τέλη του γ΄ τριμήνου του ίδιου έτους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το σπήλαιο Πετραλώνων πριν από την προσωρινή αναστολή λειτουργίας του, ήταν το δεύτερο σε επισκεψιμότητα αρχαίο μνημείο της βόρειας Ελλάδας, υποδεχόμενο κάθε χρόνο περισσότερους από 65.000 επισκέπτες.