Λεπτομέρειες για τις έρευνες και τον τρόπο που οι διωκτικές αρχές έφτασαν στα ίχνη των 12 κατηγορουμένων, αποκάλυψε αστυνομικός του τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, με την εξέταση του οποίου συνεχίστηκε, ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, η δίκη για τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη Καμπανού.

Πρόσωπο – κλειδί φαίνεται πως ήταν το άτομο που είχε συλληφθεί χρονικά πρώτο και όταν διαπίστωσε ότι σφίγγει ο κλοιός γύρω από τον ίδιο, αποφάσισε, τρία 24ωρα μετά το φονικό επεισόδιο, να κατονομάσει τους υπόλοιπους. Είχε προηγηθεί η προσαγωγή του με βάση την ανάλυση βιντεοληπτικού υλικού από κάμερα ασφαλείας στο σημείο της επίθεσης και την ταυτοποίηση του αυτοκινήτου που οδηγούσε. «Στην αρχή ήταν αρνητικός, ζητούσε δικηγόρο. Έλεγε πως ήταν στο σημείο της επίθεσης, αλλά δεν κατέβηκε από το αυτοκίνητο, ενώ δεν είπε τίποτα για κανέναν. Όσο περνούσε ο καιρός και ήταν μόνος του, άρχισε να ζορίζεται. Την Παρασκευή αποφάσισε να πει τα υπόλοιπα άτομα. Ανέφερε ότι τους γνώριζε όλους και υπέδειξε τα σημεία, όπου κάθονταν μέσα στα τρία αυτοκίνητα. Τον μόνο που δεν γνώριζε ήταν ο 12ος κατηγορούμενος», ανέφερε ο μάρτυρας.

Ο εν λόγω κατηγορούμενος, σύμφωνα με την κατάθεση του αστυνομικού, ήταν γνωστός στην αστυνομία (Υποδιεύθυνση Αθλητικής Βίας), λόγω παλαιότερης εμπλοκής του σε οπαδικό επεισόδιο και μάλιστα στην ίδια περιοχή όπου δολοφονήθηκε ο Άλκης, στη Χαριλάου. Φέρεται δε, σύμφωνα με τον αστυνομικό, να ήταν ηγετικό στέλεχος σε κεντρικό σύνδεσμο οπαδών, όπου κατόπιν αστυνομικής έρευνας εντοπίστηκε οπλισμός, ενώ κλειδιά του χώρου βρέθηκαν στην κατοχή του.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ