Στο Γεροπλάτανο το χωριό του δήμου Πολυγύρου υπάρχουν αρκετοί παραγωγοί οι οποίοι καλλιεργούν έναν από τους σημαντικότερους καρπούς της γης, το καρύδι.

Πριν από αρκετά χρόνια η παραγωγή του προϊόντος και η ζήτηση στην εγχώρια αγορά ήταν ελλιπής. Τα τελευταία χρόνια όμως, η ζήτηση του έγινε αρκετά δημοφιλής και γι’αυτό τον λόγο επικοινωνήσαμε με τον παραγωγό-καλλιεργητή Βασίλη Παπαγρηγορίου, ο οποίος ασχολείται με την καλλιέργεια και την παραγωγή του καρυδιού στον Γεροπλάτανο.

Σύμφωνα με τον ίδιο το καρύδι στον τόπο τους άρχισε να καλλιεργείται τουλάχιστον 30 χρόνια πίσω, όμως οι άνθρωποι που το καλλιεργούσαν ήταν ελάχιστοι, ενώ πλέον όπως ο ίδιος αναφέρει χαρακτηριστικά «ο αριθμός έχει αυξηθεί σημαντικά».

Ο κύριος Παπαγρηγορίου που έχει στην κατοχή του περίπου 200 ρίζες καρυδιάς υπογραμμίζει ότι στον Γεροπλάτανο η πιο διαδεδομένη ποικιλία καρυδιού είναι η Chandler, η οποία όπως μας λέει είναι και η πιο παραγωγική: «Η ποικιλία Chandler αποδίδει σχετικά νωρίς. Η ταχύτητα εισόδου στην καρποφορία είναι πολύ γρήγορη και γίνεται περίπου στο 8ο με 10ο έτος. Η ποικιλία αυτή μάλιστα είναι η πρώτη στις πωλήσεις και είναι δημοφιλής για την ανώτερη παραγωγικότητα της!», αναφέρει και γνωστοποιεί πως «τα καρύδια αυτής της ποικιλίας είναι μεγάλα οβάλ με ανοιχτόχρωμη ψίχα».

Για να θεωρηθεί μία χρονιά καλή κατά τον κ. Παπαγρηγορίου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως είναι η ηλικία του φυτού, το μικροκλίμα, η γεωλογική διαμόρφωση, τα μετεωρολογικά στοιχεία καθώς και η ποικιλία.

Αναφορικά με τα έσοδα και πόσο γρήγορα η παραγωγή μπορεί να επιφέρει κέρδη ο καλλιεργητής από τον Γεροπλάτανο αναφέρει ότι: «Ένα δέντρο μπορεί να δώσει καρπό από τον πρώτο κιόλας χρόνο, όμως αυτό δεν είναι αρκετό έτσι ώστε να καλυφθούν τα έξοδα του παραγωγού. Ο καλλιεργητής πρέπει να είναι υπομονετικός, ώστε να ανταπεξέλθει στα έξοδα των πρώτων χρόνων χωρίς να περιμένει αξιόλογο κέρδος».

Για αυτό όπως προείπε παραπάνω χρειάζεται η καρυδιά να φτάσει σε ηλικία 8 έως 10 έτη για να μπορεί ο παραγωγός να έχει κέρδη από αυτό. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις που οι καρυδιές σε ηλικία 5 έως 7 ετών αρχίζουν να παράγουν καρύδια έως και 10 κιλά. Οι υγιής και ώριμες καρυδιές κατά μέσο όρο μπορούν να παράγουν από 30 έως 150 κιλά, όμως η παραγωγή αυτή δε μπορεί να επιτευχθεί κάθε χρόνο.

Όσον αφορά την δουλειά του παραγωγού και τον χρόνο που χρειάζεται για να γίνει όλη η προετοιμασία ο κ. Παπαγρηγορίου απαντά: «Οι εργασίες φύτευσης ξεκινάνε το μήνα Ιανουάριο και σταματούν το μήνα Μάρτιο, ενώ η συγκομιδή γίνεται το μήνα Οκτώβριο με Νοέμβριο. Όπως και να έχει στην οικογενειακή επιχείρηση που διαθέτουμε (παραγωγή καρυδιού) οι εργασίες δεν σταματούν ποτέ! Αν δεν ασχοληθεί ο παραγωγός στενά με την καλλιέργεια, υπάρχει κίνδυνος προβλημάτων», λέει και σημειώνει πως «η καλλιέργεια πρέπει να γίνεται σε συγκεκριμένες θερμοκρασίες και να  αποφεύγονται οι παγετοί».

Συγκεκριμένα για την διαδικασία της συγκομιδής των καρυδιών ο κ. Παπαγρηγορίου εξηγεί ότι γίνεται κυρίως με τον παραδοσιακό τρόπο δηλαδή τον ραβδισμό: «Το τίναγμα των καρπών γίνεται από ειδικές ελαφριές ράβδους σχεδιασμένες από καλάμι, ξύλο η μπαμπού . Υπάρχει και η συγκομιδή με μηχανική δόνηση, η οποία γίνεται κυρίως όταν το 80% των καρπών έχουν ραγισμένο περικάρπιο».

Επόμενο βήμα μετά τη συγκομιδή όπως ο ίδιος μας λέει είναι η αποφλοίωση και η πλύση των καρυδιών και τέλος η ξήρανση η οποία γίνεται είτε με τον παραδοσιακό τρόπο δηλαδή την έκθεση στον ήλιο είτε με ξηραντήριο.

Η επιχείρηση του κ. Παπαγεωργίου διαθέτει την παραγωγή του καρυδιού κυρίως σε εμπόρους αλλά και σε άτομα που ασχολούνται με τη λιανική πώληση. Οι έμποροι που συνεργάζεται διαθέτουν το προϊόν στην ελληνική αγορά και φυσικά σε όλη τη Χαλκιδική.

Για την τιμή του προϊόντος στην αγορά ο παραγωγός τονίζει: «Την συγκεκριμένη χρονική στιγμή υπάρχουν χιλιάδες στρέμματα που παράγουν το καρύδι στην Ελλάδα, γι’αυτό τον λόγο η τιμή του δε μπορεί να είναι υψηλή λόγω του ανταγωνισμού. Λόγω της αυξημένης ζήτησης υπάρχουν χιλιάδες προσφορές, οι οποίες διαθέτουν το προϊόν και τις ποικιλίες του σε στάνταρ τιμές» και υπογραμμίζει πως «μεγάλος ανταγωνιστής στη συγκεκριμένη καλλιέργεια είναι και χώρες που βρίσκονται εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η Αμερική, η Ουκρανία, η Χιλή και η Τουρκία οι οποίες φέρουν το συγκεκριμένο προϊόν στην Ελλάδα».

Τέλος, αναφέρει πως «τα κόστη για μια τέτοια καλλιέργεια είναι πολλά και μεγάλα. Κάποια από τα βασικότερα είναι το ρεύμα, το πετρέλαιο, τα φάρμακα όπως και το μεροκάματο των υπαλλήλων».