Οι επιπτώσεις από τη χρήση ψηφιακών μέσων στην εκπαίδευση είναι ένα από τα ζητούμενα της έκθεσης που ζήτησε το υπουργείο Παιδείας από τον ΟΟΣΑ, στο πλαίσιο αλλαγών στην εκπαιδευτική πολιτική της Ελλάδας, μετά τα μη ικανοποιητικά αποτελέσματα των μαθητών στον διαγωνισμό PISA 2022. Μεταξύ άλλων θεμάτων, το  αρμόδιο υπουργείο ζήτησε  από τον διεθνή Οργανισμό να εξετάσει στο πλαίσιο της προσαρμοσμένης στα ελληνικά δεδομένα έρευνάς της αν και πόσο επηρεάζει τη μάθηση η χρήση smartphones, τάμπλετς και άλλες ψηφιακές συσκευές. 

Και αυτή η διάσταση προέκυψε από την ανάλυση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού PISA 2022, καθώς προέκυψε ότι η πολύωρη  χρήση ψηφιακών μέσων  κατά τη διάρκεια παράδοσης των μαθημάτων έχει μεν αρνητικά αποτελέσματα, αλλά η χρήση συσκευών μέχρι μία ώρα ενισχύει την απόδοση των μαθητών στα μαθήματα. 

Σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, οι μαθητές που πέρασαν μέχρι μια ώρα την ημέρα στο σχολείο σε ψηφιακές συσκευές, σημείωσαν κατά 49 μονάδες υψηλότερη επίδοση στα μαθηματικά σε σύγκριση με τους μαθητές που τα μάτια τους ήταν κολλημένα στις οθόνες τους για πέντε έως επτά ώρες την ημέρα.

Συγκεκριμένα,  ο ένας στους τρεις μαθητές δηλώνει ότι  αποσπάται η προσοχή του  ενώ γίνεται διάκριση στις επιπτώσεις όταν η χρήση προορίζεται για «μάθηση« ή για «ψυχαγωγία» – τα προβλήματα προκύπτουν από τη δεύτερη.

Σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, περίπου το 45% των μαθητών ανέφερε ότι αισθάνονται εκνευρισμό ή ανησυχία αν δεν είχε μαζί τα κινητά τηλέφωνά του. Η χρήση των κινητών και άλλων ψηφιακών συσκευών μπορεί, επίσης, να επηρεάσει τη μάθηση στην τάξη.

Ειδικότερα, περίπου ο ένας στους τρεις μαθητές στα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ ανέφερε ότι, εξαιτίας των ψηφιακών συσκευών, δεν μπορεί να εργαστεί καλά σε περισσότερα από τα μισά μαθήματα – περισσότερο από το 40% των μαθητών στη Βουλγαρία, το Μαρόκοκαι την Τουρκία. Το 65% των μαθητών ανέφερε ότι αποσπώνται από τη μάθηση χρησιμοποιώντας ψηφιακές συσκευές σε τουλάχιστον μερικά μαθήματα Μαθηματικών. Το ποσοστό έφτασε το 80% σε Αργεντινή, Βραζιλία, Καναδά, Χιλή, Φινλανδία, Λετονία, Μογγολία, Νέα Ζηλανδία και Ουρουγουάη. Εξίσου σημαντικό, σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, το 59% των μαθητών δήλωσε ότι η προσοχή τους διασπάται λόγω άλλων μαθητών που χρησιμοποιούν τηλέφωνα, τάμπλετ ή φορητούς υπολογιστές, τουλάχιστον σε ορισμένα μαθήματα Μαθηματικών. Αντίθετα, μόνο το 4% των μαθητών στην Ιαπωνία και το 9% στην Κορέα ανέφεραν ότι αποσπώνται από άλλους μαθητές, που χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές σε κάθε ή σχεδόν κάθε μάθημα Μαθηματικών.

Η μειωμένη συγκέντρωση των μαθητών εξαιτίας της χρήσης ψηφιακών συσκευών συνδέεται στενά με τα αποτελέσματα της μάθησης. Οι μαθητές, που ανέφεραν ότι αποσπώνται από τους συμμαθητές τους την ώρα που εκείνοι χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές στην τάξη, σημείωσαν κατά 15 βαθμούς χαμηλότερη επίδοση στην εξέταση Μαθηματικών του PISA σε σχέση με εκείνους που δεν είχαν αυτή την εμπειρία.

Μέτρια χρήση-υψηλότερη απόδοση

Στη μελέτη του ΟΟΣΑ γίνεται διάκριση μεταξύ της χρήσης για «δραστηριότητες μάθησης» και της χρήσης για «ψυχαγωγία». Επιπλέον, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα, η μέτρια χρήση ψηφιακών συσκευών στο σχολείο σχετίζεται με υψηλότερη απόδοση.  Σύμφωνα με τα ευρήματα, τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα ήταν συχνά καλύτερα για τους μαθητές που χρησιμοποιούσαν ψηφιακές συσκευές για μάθηση από μία έως πέντε ώρες την ημέρα σε σχέση με εκείνους, που δεν τις χρησιμοποιούσαν ποτέ. Ωστόσο, οι μαθητές, που τις χρησιμοποιούσαν περισσότερο από μια ώρα την ημέρα για ψυχαγωγία – δηλαδή, εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης, περιήγηση στο Διαδίκτυο ή παιχνίδια – είδαν μείωση στους βαθμούς των Μαθηματικών.

Η  εξατομικευμένη μάθηση

Ο διευθυντής του διαγωνισμού PISA, Andreas Schleicher, υπογραμμίζει τη σημασία της εξατομικευμένης μάθησης και της χρήσης τεχνολογίας στην εκπαίδευση. Ο ίδιος, αναφέρει ότι στη Σιγκαπούρη, η οποία αποτελεί κορυφαίο παράδειγμα εκπαιδευτικών πρακτικών, η διαδικασία μάθησης ενισχύεται με την αξιοποίηση πλατφορμών και γενικά, της εκπαιδευτικής τεχνολογίας.

Στο πλαίσιο διεθνούς παρουσίασης των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού PISA, οι υπουργοί από την Κορέα, την Ιαπωνία και την Εσθονία – όλες χώρες ψηφιακά ανεπτυγμένες – υπογράμμισαν ότι, αν και οι τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση, πρέπει να δίνεται έμφαση στη σημασία των ανθρώπινων δεξιοτήτων και της πραγματικής εμπειρίας στη μάθηση.

Ειδικότερα, η Ιαπωνία αξιοποιεί την τεχνολογία (ICT) για την καταπολέμηση του υπερφορτωμένου ωραρίου των εκπαιδευτικών και μειώνοντας τις ώρες εργασίας. Επιπλέον, παρέχει σε κάθε παιδί τη δική του συσκευή, για διευκόλυνση της μάθησης.

Ο Εσθονός υπουργός Παιδείας δήλωσε πως η εξατομικευμένη μάθηση ορίζεται ως η «αξιοποίηση των προσωπικών ικανοτήτων των μαθητών στο μέγιστο», ενώ πιστεύει ότι οι τεχνολογίες, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, μπορούν να βοηθήσουν στην επίτευξη καλύτερης διαχείρισης της τάξης συνολικά.

Η Κορέα προγραμματίζει να εισαγάγει το πρώτο της εγχειρίδιο βασισμένο σε Τεχνητή Νοημοσύνη το 2025.

Και οι τρεις, ωστόσο, υπογράμμισαν τη σημασία που έχει «η οποιαδήποτε ψηφιακή εξατομίκευση της μάθησης να συνδυάζεται πάντα με πραγματικές εμπειρίες μάθησης», τονίζοντας ότι «ο πραγματικός κόσμος είναι πιο σημαντικός από τον εικονικό κόσμο σε ό,τι αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία». Η ανθρώπινη αλληλεπίδραση παραμένει ζωτικό στοιχείο στην εκπαίδευση και οι εκπαιδευτές παίζουν κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη των γνωστικών δεξιοτήτων των μαθητών τους. Ο Κορεάτης υπουργός Παιδείας τόνισε ότι, αν και η τεχνητή νοημοσύνη και οι νέες τεχνολογίες θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη διδασκαλία και τη μάθηση, η γνώση αποτελεί μόνο μέρος της μάθησης, επισημαίνοντας την ανάγκη των μαθητών να γίνονται πιο κοινωνικοί μέσα από διάφορες φυσικές δραστηριότητες.

Έμφαση δόθηκε, επίσης, στην ανάγκη να εφοδιαστούν όλοι οι εκπαιδευτικοί με ψηφιακές δεξιότητες. Η Εσθονία εστιάζει σε αυτό τα τελευταία πέντε χρόνια διδάσκοντας τους εκπαιδευτικούς της, όχι μόνο πώς να χρησιμοποιούν σύγχρονα εργαλεία τεχνολογίας, αλλά και πώς να διδάσκουν μέσω της τεχνολογίας.

Τα αποτελέσματα του PISA έδειξαν, επίσης, πόσο σημαντικό είναι να καλλιεργείται στους μαθητές η αυτονομία στη μάθηση. Αιτία; Οι μαθητές επιδεικνύουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση στη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας για εξ αποστάσεως μάθηση απ’ ό,τι στο να αναλάβουν την ευθύνη για τη δική τους μάθηση.

Τι μπορούν να κάνουν τα σχολεία

Μεγαλύτερη πρόκληση αποτελεί η προαγωγή της ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας στα περιβάλλοντα μάθησης, ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τη δυνατότητά τους να αποσπούν την προσοχή.

Μια επιλογή είναι η απαγόρευση των τηλεφώνων. Τα δεδομένα του PISA δείχνουν ότι σε 13 χώρες, περισσότερο από τα 2/3 των μαθητών πηγαίνουν σε σχολεία όπου η χρήση κινητών τηλεφώνων απαγορεύεται: Ελλάδα, Αλβανία, Μπρουνέι, Χονγκ Κονγκ, Ιορδανία, Κόσοβο, Μάλτα, Μαρόκο, Παλαιστίνη, Σαουδική Αραβία, Ισπανία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Κατάρ. Ανεξάρτητα από την απαγόρευση, ωστόσο, το 30% των μαθητών σε αυτά τα σχολεία, ανέφερε ότι χρησιμοποιεί ένα smartphone αρκετές φορές την ημέρα στο σχολείο.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει, επίσης, το γεγονός ότι οι μαθητές σε σχολεία, όπου ισχύει απαγόρευση των τηλεφώνων, ήταν λιγότερο πιθανόν να απενεργοποιήσουν τις ειδοποιήσεις από κοινωνικά δίκτυα και εφαρμογές όταν πήγαιναν για ύπνο. Οι ειδικοί ερμηνεύουν αυτή τη συμπεριφορά, ως απόρροια της απαγόρευσης των κινητών στα σχολεία, η οποία έχει σαν συνέπεια την αδυναμία των μαθητών να επιδείξουν υπεύθυνη συμπεριφορά όσον αφορά τη χρήση των τηλεφώνων.

Όπως επισημαίνει η έκθεση, «μια πλήρης απαγόρευση των smartphones από την τάξη μάλλον δεν είναι πάντα η σωστή κίνηση. Πρώτον, σε ορισμένες χώρες, τα smartphones είναι οι μόνες διαθέσιμες συσκευές για ψηφιακή μάθηση. Δεύτερον, δεν είναι όλες οι εφαρμογές των smartphones πραγματικά επιβλαβείς, επειδή σημασία έχουν οι πηγές που χρησιμοποιούνται και πώς εφαρμόζονται. Και τρίτον, η έκθεση δείχνει ότι υπάρχει πρόβλημα επιβολής με το 30% των μαθητών σε χώρες του OECD, όπου η χρήση κινητών τηλεφώνων απαγορεύεται, να «εξακολουθούν να χρησιμοποιούν ένα smartphone αρκετές φορές την ημέρα στο σχολείο».

ΟΟΣΑ: Χρειάζονται εναλλακτικές λύσεις

Όπως προκύπτει από τα δεδομένα της διεθνούς έκθεσης του ΟΟΣΑ με βάση τα αποτελέσματα του PISA, η εξέταση εναλλακτικών προσεγγίσεων για τη διαχείριση της χρήσης των ψηφιακών συσκευών στα σχολεία, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική:

Η εκπαίδευση των μαθητών σχετικά με την υπεύθυνη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών και η ανάπτυξη πολιτικών, που προάγουν τη συνειδητή και παραγωγική χρήση τους. Η δημιουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων, που ενισχύουν τις δεξιότητες αυτοδιαχείρισης και η καλλιέργεια της ικανότητας των μαθητών να αντιμετωπίζουν τις απαιτήσεις της ψηφιακής εκπαίδευσης. Η εφαρμογή τεχνολογικών λύσεων, που επιτρέπουν την παρακολούθηση και τη διαχείριση της χρήσης των ψηφιακών συσκευών σε επίπεδο σχολείου. Και η ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών, των γονέων και των μαθητών για τη διαμόρφωση και την εφαρμογή πολιτικών, που αφορούν τη χρήση των ψηφιακών συσκευών, μπορεί, επίσης, να οδηγήσει σε μια πιο ισορροπημένη και αποτελεσματική προσέγγιση στο θέμα.

Τέλος, είναι απαραίτητο να διασφαλίζεται ότι η πρόσβαση σε ποιοτικό εκπαιδευτικό υλικό και συσκευές είναι ισότιμη για όλους τους μαθητές καθώς η ανισορροπία στη διαθεσιμότητα των πόρων δημιουργεί προβλήματα. Σύμφωνα με την έκθεση, «τα εκπαιδευτικά συστήματα πρέπει να παρέχουν επαρκές και υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικό υλικό και ψηφιακές συσκευές, και να αναπτύξουν κατευθυντήριες οδηγίες για τη χρήση τους», ενώ τονίζεται ότι «είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι όλα τα σχολεία, ανεξαρτήτως κοινωνικο-οικονομικού προφίλ, απολαμβάνουν επαρκές και ποιοτικό εκπαιδευτικό υλικό και ψηφιακούς πόρους».

Τα μισά Ελληνόπουλα δηλώνουν πως δεν υποστηρίζονται αρκετά από τους καθηγητές τους. 

Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, σχεδόν οι μισοί μαθητές στην Ελλάδα δηλώνουν έλλειψη υποστήριξης από τους καθηγητές τους.

Γενικά, όπως προέκυψε από τα αποτελέσματα του διεθνούς διαγωνισμού PISA, οι μαθητές που είχαν πιο υποστηρικτικούς καθηγητές επέδειξαν καλύτερη επίδοση στα Μαθηματικά και υπέφεραν από λιγότερο άγχος. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι μαθητές αυτοί έχουν πιο έντονη την αίσθηση του «ανήκειν» στο σχολείο, είναι συνολικά ικανοποιημένοι από τη ζωή, εμπιστεύονται τις ικανότητές τους για να αυτοδιαχειριστούν τη διαδικασία της μάθησης.

Τα παραπάνω ευρήματα καταγράφηκαν κυρίως στην Αυστραλία, την Καμπότζη, τη Δανία, τη Φινλανδία, το Χονγκ Κονγκ, την Ισλανδία, την Κορέα, τη Μάλτα, τη Νορβηγία, τις Φιλιππίνες και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα – στις χώρες αυτές, όσοι είχαν την υποστήριξη των εκπαιδευτικών, παρουσίασαν βελτίωση στην επίδοση στα μαθηματικά κατά δέκα μονάδες βαθμολογίας ή περισσότερο, όταν στον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, η βελτίωση ανήλθε σε πέντε μονάδες βαθμολογίας.

Στον αντίποδα, όπως υποδηλώνεται από τα αποτελέσματα του PISA 2022, είναι πολλοί οι μαθητές, οι οποίοι δεν λαμβάνουν την υποστήριξη που χρειάζονται για να επιτύχουν στο σχολείο. Συγκεκριμένα, περίπου το 30% των μαθητών δήλωσε ότι ο εκπαιδευτικός δίνει επιπλέον βοήθεια μόνο σε μερικά μαθήματα, ή σχεδόν ποτέ ή ποτέ, όταν τους χρειάζεται. Σχεδόν το 40% των μαθητών ανέφερε ότι, στα περισσότερα μαθήματα, ο εκπαιδευτικός δεν δείχνει ενδιαφέρον για κάθε μαθητή και δεν συνεχίζει τη διδασκαλία έως ότου οι μαθητές κατανοήσουν. Το υψηλότερο ποσοστό έλλειψης υποστήριξης από τους εκπαιδευτικούς, δηλώνει περίπου το 50% των μαθητών στην Ελλάδα, στην Τσεχία και στην Πολωνία. Αντίθετα, πάνω από το 75% των μαθητών σε Γουατεμάλα, Παραγουάη και Σιγκαπούρη ανέφερε ότι σε περισσότερα από τα μισά μαθήματα, ο εκπαιδευτικός παρέχει βοήθεια όταν την χρειάζονται οι μαθητές και συνεχίζει μέχρις ότου κατανοήσουν οι μαθητές.

πηγή protothema.gr