Ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην εξέλιξη της πανδημίας, στα θετικά του εμβολίου και την αντιμετώπιση της ασθένειας.
Αναλυτικά, το μήνυμα του:
Συμπολίτες μου,
Επικοινωνώ και πάλι μαζί σας για να παρουσιάσω την πραγματική κατάσταση της πανδημίας στη χώρα μας. Να μοιραστώ τις σκέψεις μου για την έξαρση του τέταρτου κύματος που χτυπά ολόκληρη την Ευρώπη. Αλλά και να ανακοινώσω τις αποφάσεις της κυβέρνησης για το πώς πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά από εδώ και στο εξής. Η εμφάνιση της μετάλλαξης Δέλτα δυστυχώς επιβράδυνε τον επίλογο του κορονοϊού σε όλο τον κόσμο.
Όμως παντού, τώρα, το εμβόλιο δίνει τη νίκη στον άνθρωπο και όχι στην ασθένεια. Στην υγεία και όχι στον πόνο. Στην ελευθερία και όχι στους περιορισμούς. Γιατί όπου ο εμβολιασμός προχωρεί, ο ιός υποχωρεί. Το βλέπουμε να συμβαίνει σε χώρες με μεγαλύτερα ποσοστά θωράκισης από εμάς, ειδικά στις μεγαλύτερες ηλικίες. Για παράδειγμα, στην Πορτογαλία ή στη Δανία μπορεί τα κρούσματα να αυξάνονται όμως εκεί τα νοσοκομεία και οι ΜΕΘ δεν γεμίζουν ασθενείς. Ούτε και οι απώλειες είναι μεγάλες. Σήμερα, έχουν επιλέξει το εμβόλιο πάνω από 7 εκατομμύρια Έλληνες. Τρεις στους τέσσερις ενήλικες.
Ωστόσο, 575.000 συμπολίτες άνω των 60 παραμένουν απροστάτευτοι και ξέρουμε ότι αυτούς χτυπά πιο σοβαρά ο ιός. Ενώ σχεδόν 1,5 εκατ. της ίδιας ομάδας συμπλήρωσαν 6 μήνες από τον εμβολιασμό τους. Αν και προστατευμένοι γίνονται πιο ευάλωτοι, καθώς έχουν λιγότερα αντισώματα. Η επιστήμη, άλλωστε, μας προειδοποιεί ότι με τον καιρό η άμυνα του οργανισμού μας εξαντλείται. Συνεπώς, γίνεται καθοριστική και η ενισχυτική δόση του εμβολίου. Κι αυτό το στοιχείο είναι που συμπληρώνει τον κύριο στόχο μας: όλοι οι μεγαλύτεροι να κάνουν την πρώτη δόση και όλοι οι ήδη εμβολιασμένοι την τρίτη. Σε αυτά τα δεδομένα κρύβεται και η αλήθεια για την πίεση στο Σύστημα Υγείας: σχεδόν εννέα στους δέκα ασθενείς που δοκιμάζονται, αυτή την ώρα, στις ΜΕΘ μας είναι ανεμβολίαστοι. Και όσοι νοσούν σοβαρά είτε δεν εμβολιάστηκαν καθόλου είτε δεν ενίσχυσαν την άμυνα του οργανισμού τους με την υπενθυμιστική δόση. Πρόκειται, λοιπόν, πράγματι για πανδημία ανεμβολίαστων, αφού οι εμβολιασμένοι ακόμα και να νοσήσουν θα έχουν ήπιες συνέπειες.
Σκεφτείτε ότι αν είχαμε τα ποσοστά θωρακισμένων ηλικιωμένων της Πορτογαλίας -και η Ελλάδα, θυμίζω, είναι δεύτερη στις μεγάλες ηλικίες στην Ευρώπη- οι διασωληνώσεις θα ήταν πέντε φορές λιγότερες. Ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα, οι γιατροί και οι νοσηλευτές μας κρατούν ετοιμοπόλεμες τις δομές υγείας με υπεράνθρωπες προσπάθειες. Γι’ αυτό, μαζί με την ευγνωμοσύνη μου, επαναλαμβάνω τη δέσμευση πως θα σταθώ δίπλα τους. Αναγνωρίζοντας ότι μαζί, μέσα στην περιπέτεια, χτίζουμε το νέο ΕΣΥ που όλοι θέλουμε. Κάνω για ακόμα μία φορά έκκληση να σταματήσουν ορισμένοι να προσπαθούν να αποκομίσουν πρόσκαιρα οφέλη, κομματικοποιώντας το ανθρώπινο δράμα. Σήμερα χρειαζόμαστε όσο ποτέ καθαρό μυαλό και ενότητα. Όχι εργαλειοποίηση του πόνου και διγλωσσία, αλλά συγκεκριμένες και ρεαλιστικές προτάσεις. Η Ελλάδα θρηνεί αχρείαστες απώλειες γιατί πολύ απλά δεν έχει τα ποσοστά εμβολιασμού άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Κι αυτό παρά την άρτια εκστρατεία που οργάνωσε. Κυβέρνηση και κοινωνία, όμως, υπογράψαμε μαζί ένα συμβόλαιο τιμής: να μην ξανακλείσουμε, με ασπίδα το εμβόλιο. Και πρέπει να τηρήσουμε τους όρους αυτής της συμφωνίας. Γιατί ας μην ξεχνάμε και ότι επειδή, ακριβώς, δεν περιορίσαμε την οικονομική δράση, η χώρα πέτυχε την τρίτη υψηλότερη ευρωπαϊκή επίδοση στην ανάπτυξη. Και τη μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας, με τη δημιουργία 180.000 νέων θέσεων εργασίας. Και βέβαια με τα σχολεία μας ανοιχτά και ασφαλή, με τα πολλά τεστ που κάνουμε. Συμπολίτες μου, Όλα τα κράτη προσαρμόζουν συνεχώς τη στάση τους ανάλογα με τη συμπεριφορά του ιού, τις τοπικές, δημογραφικές ιδιομορφίες, αλλά και την ισορροπία μεταξύ της επάρκειας ενός μέτρου και της δυνατότητάς του να εφαρμοστεί και να αποδώσει. Αυτή την ευέλικτη πολιτική ακολουθούμε και εμείς στην ελληνική πραγματικότητα. Ήδη, οι τελευταίες πρωτοβουλίες μας έχουν αποτέλεσμα: τις τελευταίες εβδομάδες κλείστηκαν πάνω από 350.000 ραντεβού για πρώτο εμβολιασμό. Και οι μισοί από όσους πολίτες έχουν ήδη εμβολιαστεί και έχουν τη δυνατότητα να κάνουν την τρίτη δόση, την έκαναν ή την έχουν προγραμματίσει. Αυτό αποδεικνύει ότι η προτροπή και η ενθάρρυνση έχουν μεγαλύτερη δύναμη από τους γενικούς αφορισμούς περί υποχρεωτικότητας. Γι’ αυτό πιστεύω ότι και όσοι ακόμη διστάζουν μπορούν ν’ αλλάξουν άποψη, ακούγοντας τι λένε οι ανεμβολίαστοι που νόσησαν. Αυτοί που είδαν τον θάνατο κατάματα στη μοναξιά ενός κρεβατιού της Εντατικής.
Αισιοδοξώ, επίσης, ότι θα ζυγίσουν πιο ψύχραιμα τα πράγματα. Και θα αντιληφθούν ότι αν εμβολιαστούν και οι ίδιοι η ζωή τους θα γίνει, επιτέλους, πολύ πιο εύκολη. Χωρίς πρόσθετους περιορισμούς και οικονομικές επιβαρύνσεις, δίπλα στους ανθρώπους τους και άνετα μέσα στην κοινωνία.