Ανοίγει η πλατφόρμα για τον εμβολιασμό παιδιών 5-11 χρονών το επόμενο διάστημα. Αυτό επισημαίνουν σε κοινό τους άρθρο ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ Δρ. Θεοκλής Ζαούτης και ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ Δρ. Δημήτρης Παρασκευής.

Στο άρθρο που γράφτηκε για το protothema.gr αναφέρουν πως «τις επόμενες εβδομάδες θα δοθεί η δυνατότητα για τον εμβολιασμό παιδιών ηλικίας 5-11 ετών, μετά την έγκριση και για αυτήν την ηλικιακή ομάδα. Με αυτό τον τρόπο θα προστατευθούν τα παιδιά ατομικά αλλά και θα περιοριστεί η μετάδοση του ιού από τα παιδιά στους ενήλικες αλλά και μεταξύ των παιδιών».

Υπογραμμίζουν πάντως πως «για να αποτρέψουμε τον «κορεσμό» των νοσοκομείων, πρέπει να εμβολιάσουμε κυρίως τις ευπαθείς ομάδες. Ο κίνδυνος νοσηλείας για ένα μη εμβολιασμένο άτομο άνω των 80 ετών είναι 25πλάσιος σε σχέση με άτομα μικρότερης ηλικίας που δεν έχουν εμβολιαστεί. Στοιχεία από το Ηνωμένο Βασίλειο έδειξαν ότι ο εμβολιασμός 25.000 παιδιών είχε την ίδια επίδραση στον περιορισμό των νοσηλειών με τον εμβολιασμό μόλις 800 ενηλίκων άνω των 60 ετών.

Μαθηματικά μοντέλα έδειξαν ότι μεταξύ δύο κοινοτήτων με 90% έναντι 99% εμβολιασμένων ηλικιωμένων πολιτών, στην πρώτη περίπτωση ο αριθμός των ατόμων που κινδυνεύουν να νοσηλευτούν είναι 10 φορές μεγαλύτερος!».

Οι δύο επιστήμονες αναφέρουν πως «στο κρίσιμο ερώτημα τι μέλλει γενέσθαι με την πανδημία, κοινή εκτίμηση σχεδόν όλων των ειδικών ότι η πανδημία θα τελειώσει όταν ο κορονοϊός γίνει ενδημικός, όταν δηλαδή παραμείνει μαζί μας για πάντα. Αυτό που δεν είναι ξεκάθαρο έως τώρα, είναι πώς θα περάσουμε από την πανδημία στην ενδημικότητα και πώς θα διαχειριστούμε αυτή την μετάβαση. Πότε θα άρουμε τους έκτακτους περιορισμούς και ποια μακροχρόνια μέτρα προστασίας θα πρέπει, ενδεχομένως, να διατηρήσουμε στην ενδημικότητα;
»Αυτό που είναι ξεκάθαρο, ωστόσο, είναι ότι ο αριθμός των κρουσμάτων, που αποτέλεσε σε μεγάλο βαθμό έως τώρα τον οδηγό στη λήψη αποφάσεων για τη διαχείριση της πανδημίας, καθίσταται όλο και λιγότερο χρήσιμο στοιχείο. Ακόμα και όταν ο ιός καταστεί ενδημικός, που σημαίνει ότι σχεδόν όλοι θα έχουμε αναπτύξει ανοσία είτε μέσω εμβολιασμού ή λόγω νόσησης, η Ελλάδα –όπως και κάθε άλλη χώρα– θα συνεχίσει να έχει χιλιάδες κρούσματα κορονοϊού κάθε χρόνο, λόγω κάμψης της ανοσίας αλλά και της εμφάνισης μεταλλαγμένων στελεχών του ιού. Παρόμοια ο ιός της γρίπης, που αποτελεί ενδημικό νόσημα, προκαλεί χιλιάδες μολύνσεις κάθε χρόνο.
»Όμως χάρη στον εμβολιασμό δεν είναι όλες οι περιπτώσεις κρουσμάτων COVID-19 ίδιες. Ο μεγαλύτερος αριθμός κρουσμάτων έχει ήπια συμπτώματα νόσησης. Και όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα εμβολιασμού και ανοσίας στην κοινότητα, τόσο λιγότερα κρούσματα της νόσου θα συνδέονται με σοβαρή νόσο. Ο κίνδυνος της COVID-19 πιθανόν δεν θα εξαλειφθεί ποτέ και γι’ αυτό πρέπει να ορίσουμε ένα επίπεδο κινδύνου το οποίο μπορούμε να διαχειριστούμε στο μέλλον».